Το "acostumbrado" είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "acostumbrado" με χρήση του διεθνούς φωνητικού αλφάβητου είναι: /akos.tumˈbɾaðo/
Η λέξη "acostumbrado" σημαίνει "συνηθισμένος" ή "προσαρμοσμένος" και χρησιμοποιείται ευρέως στην ισπανική γλώσσα. Χρησιμοποιείται σε προτάσεις σχετικά με την οικειότητα ή την προσαρμογή σε μια κατάσταση ή συνθήκες. Η χρήση της είναι συνήθως γραπτή και προφορική, αν και συναντάται περισσότερο σε γραπτό λόγο.
Estoy acostumbrado a levantarme temprano.
("Είμαι συνηθισμένος να ξυπνώ νωρίς.")
Ella está acostumbrada a vivir en la ciudad.
("Αυτή είναι συνηθισμένη να ζει στην πόλη.")
Nosotros nos hemos acostumbrado al clima frío.
("Εμείς έχουμε συνηθίσει στο κρύο κλίμα.")
Η λέξη "acostumbrado" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις. Ακολουθούν μερικές χαρακτηριστικές:
Ejemplo: Él está acostumbrado a la rutina diaria.
("Αυτός είναι συνηθισμένος στη καθημερινή ρουτίνα.")
Acostumbrarse a
("Προσαρμόζομαι σε")
Ejemplo: Me costó acostumbrarme a la nueva escuela.
("Μου ήταν δύσκολο να προσαρμοστώ στο νέο σχολείο.")
Acostumbrado a la adversidad
("Συνηθισμένος στην αντιξοότητα.")
Ejemplo: Ella es una persona acostumbrada a la adversidad y siempre sigue adelante.
("Αυτή είναι μια γυναίκα συνηθισμένη στην αντιξοότητα και πάντα προχωρά μπροστά.")
No está acostumbrado a trabajar bajo presión
("Δεν είναι συνηθισμένος να εργάζεται υπό πίεση.")
Η λέξη "acostumbrado" προέρχεται από το ρήμα "acostumbrar" που σημαίνει "να συνηθίζω" ή "να προσαρμόζω".
Συνώνυμα: - habituado - acostumbrado (Συμπληρωματικά)
Αντώνυμα: - inexperto - desadaptado
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ολοκληρωμένη κατανόηση της λέξης "acostumbrado" καθώς και της χρήσης της στην ισπανική γλώσσα.