actitud - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

actitud (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Φωνητική μεταγραφή

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "actitud" αναφέρεται στη στάση ή τη συμπεριφορά ενός ατόμου απέναντι σε καταστάσεις, γεγονότα ή άλλα άτομα. Χρησιμοποιείται ευρέως στη γλώσσα των Ισπανικών τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με χαρακτηριστική χρήση σε ψυχολογικά και κοινωνικά συμφραζόμενα. Η συχνότητά της είναι αρκετά υψηλή, και χρησιμοποιείται σε καθημερινές συνομιλίες και επιστημονικά κείμενα.

Παραδείγματα προτάσεων: 1. La actitud positiva puede cambiar el resultado de una situación.
(Η θετική στάση μπορεί να αλλάξει το αποτέλεσμα μιας κατάστασης.)

  1. Es importante mantener una actitud abierta hacia nuevas ideas.
    (Είναι σημαντικό να διατηρούμε μια ανοιχτή στάση προς νέες ιδέες.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "actitud" χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις που αναδεικνύουν τη σημασία της στάσης ενός ατόμου.

Παραδείγματα ιδιωματικών εκφράσεων: 1. Tener una actitud de mártir.
(Να έχεις μια στάση θύματος.)

  1. Cambiar de actitud de un día para otro.
    (Να αλλάξεις στάση από τη μια μέρα στην άλλη.)

  2. Actitud de victoria.
    (Στάση νίκης.)

  3. Una actitud desafiante.
    (Μια προκλητική στάση.)

  4. Mostrando una actitud negativa.
    (Δείχνοντας μια αρνητική στάση.)

  5. Actitud ante la vida.
    (Στάση απέναντι στη ζωή.)

Ετυμολογία

Η λέξη "actitud" προέρχεται από το γαλλικό "attitude", που επίσης είναι δάνειο από το λατινικό "aptitudo", που σημαίνει "ικανότητα" ή "προσαρμογή".

Συνώνυμα και Αντώνυμα



22-07-2024