Το "acunar" είναι ρήμα.
Η φωνητική μεταγραφή του "acunar" με χρήση του διεθνούς φωνητικού αλφάβητου είναι: /akuˈnaɾ/
Ορισμένες μεταφράσεις του "acunar" στα Ελληνικά περιλαμβάνουν: - να νανουρίσω - να κουνώ - να συλλέγω
Η λέξη "acunar" χρησιμοποιείται για να περιγράψει την πράξη του να κούνισμα ή να νανουρίζει κάποιον, συνήθως ένα βρέφος. Είναι σχετικά κοινό ρήμα και χρησιμοποιείται περισσότερο στον προφορικό λόγο, αν και μπορεί να εμφανιστεί και σε γραπτό πλαίσιο.
Ella acostó al bebé y comenzó a acunarle suavemente.
(Αυτή ξάπλωσε το μωρό και άρχισε να το νανουρίζει απαλά.)
Los padres suelen acunar a su hijo para que se duerma.
(Οι γονείς συνήθως νανουρίζουν το παιδί τους για να κοιμηθεί.)
Me gusta acunar a los niños cuando están inquietos.
(Μου αρέσει να νανουρίζω τα παιδιά όταν είναι ανήσυχα.)
Το "acunar" σπάνια χρησιμοποιείται σε ιδιαίτερες ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να εμπλακεί σε εκφράσεις που σχετίζονται με τη φροντίδα και την αγάπη προς τα παιδιά. Ακολουθούν ορισμένες παραδείγματα:
Acunar con amor y ternura.
(Να νανουρίζεις με αγάπη και τρυφερότητα.)
Es importante acunar a los bebés para que se sientan seguros.
(Είναι σημαντικό να νανουρίζουμε τα μωρά για να αισθάνονται ασφαλή.)
Al acunar a los niños, se les ayuda a desarrollar un vínculo afectivo.
(Να νανουρίζεις τα παιδιά βοηθά στην ανάπτυξη μιας συναισθηματικής σύνδεσης.)
Η λέξη "acunar" προέρχεται από τον λατινικό όρο "acuna", που σημαίνει "κούνια". Αυτή η προέλευση δείχνει τη σχέση της λέξης με την πράξη του να κουνάς ή να νανουρίζεις κάποιον.
Συνώνυμα: - Naanouir (να νανουρίσω) - Kouno (να κουνώ)
Αντώνυμα: - Pikado (να ξυπνώ) - Asustar (να τρομάζω)