Η λέξη "adelantado" είναι ουσιαστικό και επίσης επίθετο.
Φωνητική μεταγραφή: [a.ðe.lanˈta.ðo]
Η λέξη "adelantado" προέρχεται από το ρήμα "adelantar", που σημαίνει "προχωρώ μπροστά". Στη γλώσσα των Ισπανών, χρησιμοποιείται αναφορικά με κάποιον που είναι μπροστά σε σχέση με άλλους, είτε χρονικά είτε στην πρόοδο. Χρησιμοποιείται επίσης στην ιστορία για να αναφερθεί σε άτομα που ανακάλυψαν νέες περιοχές ή προχώρησαν σε εξερευνήσεις. Στην καθημερινή γλώσσα, η χρήση της είναι συχνή τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και μπορεί να εμφανίζεται περισσότερο σε ιστορικά ή πολιτικά κείμενα.
El adelantado del reino exploró nuevas tierras.
(Ο πρόδρομος του βασιλείου εξερεύνησε νέες γαίες.)
En la historia, los adelantados fueron fundamentales para la colonización.
(Στην ιστορία, οι πρόδρομοι ήταν θεμελιώδεις για τη αποικιοκρατία.)
Η λέξη "adelantado" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:
Αυτό σημαίνει ότι κάποιος έχει καινοτόμες ή προοδευτικές ιδέες που δεν είναι κατανοητές ή αποδεκτές στη συγκεκριμένη εποχή.
"Adelantarse a los acontecimientos"
(Να προχωρώ μπροστά από τα γεγονότα.)
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που προβλέπει ή προετοιμάζεται για κάτι πριν συμβεί.
"Estar adelantado en los estudios"
(Να είναι προχωρημένος στα μαθήματα.)
Η λέξη "adelantado" προέρχεται από το ισπανικό ρήμα "adelantar", το οποίο σημαίνει "προχωρώ μπροστά". Το ρήμα έχει τις ρίζες του στο λατινικό "ad" (προς) και "ante" (μπροστά).
Συνώνυμα: - Proactivo (προδραστικός) - Avanzado (προχωρημένος)
Αντώνυμα: - Retrasado (καθυστερημένος) - Estancado (στάσιμος)
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ολοκληρωμένη αναπαράσταση της λέξης "adelantado" και τα σημασιολογικά της χαρακτηριστικά.