Το "adicionar" είναι ρήμα.
Φωνητική μεταγραφή: /aðiθioˈnaɾ/
Η λέξη "adicionar" χρησιμοποιείται για να εκφράσει τη δράση της προσθήκης κάτι σε ήδη υπάρχον. Χρησιμοποιείται σε διάφορους τομείς όπως τα μαθηματικά, τη λογιστική και την καθημερινή γλώσσα. Είναι ένα αρκετά κοινό ρήμα στην ισπανική γλώσσα που συναντάται συχνά τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.
Voy a adicionar un nuevo tema a la presentación.
(Θα προσθέσω ένα νέο θέμα στην παρουσίαση.)
Es importante adicionar todos los gastos al presupuesto.
(Είναι σημαντικό να αθροίσουμε όλα τα έξοδα στον προϋπολογισμό.)
Vamos a adicionar más información al informe.
(Θα συμπληρώσουμε περισσότερες πληροφορίες στην αναφορά.)
Στην ισπανική γλώσσα, η λέξη "adicionar" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με άλλες λέξεις για να δημιουργήσει ιδιωματικές εκφράσεις, όπως:
Adicionar sal a la comida.
(Προσθέτω αλάτι στο φαγητό.)
Adicionando valor al proyecto.
(Προσθέτοντας αξία στο έργο.)
Es necesario adicionar recursos al equipo.
(Είναι απαραίτητο να προσθέσουμε πόρους στην ομάδα.)
Vamos a adicionar una cláusula al contrato.
(Θα προσθέσουμε μια ρήτρα στη σύμβαση.)
Puede adicionar comentarios al documento.
(Μπορείτε να προσθέσετε σχόλια στο έγγραφο.)
Η λέξη "adicionar" προέρχεται από το λατινικό "addicionare", που σημαίνει "προστιθέμενος".
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια πλήρη εικόνα της χρήσης και σημασίας της λέξης "adicionar" στην ισπανική γλώσσα.