adiestramiento - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

adiestramiento (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "adiestramiento" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: [a.ðjesˈtɾa.i.n̪ɡo]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "adiestramiento" αναφέρεται στη διαδικασία εκπαίδευσης ή προπόνησης κάποιου για να αποκτήσει συγκεκριμένες δεξιότητες ή γνώσεις. Χρησιμοποιείται συχνά σε διαφορετικούς τομείς, όπως η στρατιωτική εκπαίδευση, η εκπαίδευση ζώων ή η επαγγελματική κατάρτιση. Η συχνότητά της είναι υψηλή στο γραπτό και προφορικό λόγο, κυρίως στους τομείς της εκπαίδευσης και του στρατού.

Παραδείγματικές προτάσεις

  1. El adiestramiento de los perros es esencial para su comportamiento.
  2. Η εκπαίδευση των σκύλων είναι απαραίτητη για τη συμπεριφορά τους.

  3. El adiestramiento militar es clave para la disciplina en las tropas.

  4. Η στρατιωτική εκπαίδευση είναι καθοριστική για την πειθαρχία στις δυνάμεις.

  5. Mi hermano está en un programa de adiestramiento para su nuevo trabajo.

  6. Ο αδερφός μου είναι σε πρόγραμμα εκπαίδευσης για τη νέα του δουλειά.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "adiestramiento" χρησιμοποιείται επίσης σε ιδιωματικές εκφράσεις, όπως:

  1. Un adiestramiento intensivo puede cambiar completamente a un soldado.
  2. Ένα εντατικό πρόγραμμα εκπαίδευσης μπορεί να αλλάξει εντελώς έναν στρατιώτη.

  3. El adiestramiento no solo mejora habilidades, sino que también aumenta la confianza.

  4. Η εκπαίδευση δεν βελτιώνει μόνο τις δεξιότητες, αλλά αυξάνει και την αυτοπεποίθηση.

  5. La clave del éxito profesional es el adiestramiento continuo.

  6. Το κλειδί της επαγγελματικής επιτυχίας είναι η συνεχής εκπαίδευση.

  7. Un buen adiestramiento puede mejorar enormemente la productividad de una empresa.

  8. Μια καλή εκπαίδευση μπορεί να βελτιώσει σημαντικά την παραγωγικότητα μιας επιχείρησης.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "adiestramiento" προέρχεται από το ρήμα "adiestrar", που σημαίνει "να εκπαιδεύσω" ή "να προπονήσω". Το "adiestrar" έχει ρίζες στο λατινικό "extradare", που σημαίνει "να παραδώσω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - capacitación (κατάρτιση) - formación (εκπαίδευση) - instrucción (διδασκαλία)

Αντώνυμα: - desentrenamiento (μη εκπαίδευση) - abandono (παραίτηση) - ignorancia (άγνοια)



23-07-2024