Το "aditamento" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή του "aditamento" χρησιμοποιώντας το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: /a.ði.taˈmen.to/
Η λέξη "aditamento" αναφέρεται σε μια προσθήκη ή παράρτημα, κυρίως στο νομικό πλαίσιο, όπου μπορεί να σημαίνει έγγραφο που προστίθεται σε μια σύμβαση ή σε οποιοδήποτε έγγραφο για να προσφέρει πρόσθετες πληροφορίες ή τροποποιήσεις. Χρησιμοποιείται συχνά σε γραπτό λόγο, αλλά μπορεί να εμφανιστεί και σε προφορικές συζητήσεις, κυρίως σε νομικές και τεχνικές συζητήσεις.
El aditamento al contrato fue firmado por ambas partes.
Η προσθήκη στη σύμβαση υπεγράφη από και τις δύο πλευρές.
Necesitamos un aditamento que explique las condiciones de pago.
Χρειαζόμαστε μια προσθήκη που να εξηγεί τους όρους πληρωμής.
El aditamento incluye nuevos términos que no estaban en el documento original.
Η προσθήκη περιλαμβάνει νέους όρους που δεν υπήρχαν στο αρχικό έγγραφο.
Η λέξη "aditamento" χρησιμοποιείται κυρίως σε νομικούς και τεχνικούς τομείς, αλλά δεν αποτελεί μέρος πολλών ιδιωματικών εκφράσεων. Ωστόσο, μπορεί να συνδυαστεί με άλλες λέξεις σε πιο σύνθετες ιδέες.
El aditamento de cláusulas es fundamental en un contrato.
Η προσθήκη ρητρών είναι θεμελιώδης σε μια σύμβαση.
Un aditamento bien elaborado puede evitar malentendidos.
Μία καλά εκπονημένη προσθήκη μπορεί να αποφύγει παρεξηγήσεις.
Es recomendable tener un aditamento que aclare los derechos de las partes.
Είναι σκόπιμο να υπάρχει μία προσθήκη που να διευκρινίζει τα δικαιώματα των μερών.
Η λέξη "aditamento" προέρχεται από το λατινικό "additamentum", που σημαίνει "προσθήκη" ή "συμπλήρωμα", βασισμένο στο ρήμα "addere", που σημαίνει "προσθέτω".
Συνώνυμα:
- Anexo
- Suplemento
- Adición
Αντώνυμα:
- Reducción
- Sustracción
- Eliminación
Έτσι, η λέξη "aditamento" είναι πολύ σημαντική στη νομική και τεχνική γλώσσα και έχει συγκεκριμένες χρήσεις και εφαρμογές, κυρίως για την προσθήκη πληροφοριών ή στοιχείων σε έγγραφα.