adjudicar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

adjudicar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Ρήμα

Φωνητική μεταγραφή

/aðxuðiˈkaɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "adjudicar" σημαίνει "να απονέω" ή "να αναγνωρίσω κάτι ως ανήκον σε κάποιον". Χρησιμοποιείται συχνά στον τομέα του νομικού, για να αναφερθεί στη διαδικασία κατανομής ή ανάθεσης μιας απόφασης ή δικαιώματος σε κάποιον. Στην οικονομία, αναφέρεται στη διαδικασία ανάθεσης συμβολαίων ή έργων.

Στη γλώσσα των ισπανικών, "adjudicar" χρησιμοποιείται τόσο σε προφορικό όσο και σε γραπτό λόγο, αν και είναι πιο συχνή η χρήση του σε νομικά ή οικονομικά έγγραφα.

Παραδείγματα προτάσεων

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "adjudicar" δεν είναι πολύ συχνή σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά χρησιμοποιείται σε συγκεκριμένα νομικά και οικονομικά πλαισία.

Ετυμολογία

Η λέξη προέρχεται από τη Λατινική λέξη "adjudicare", που σημαίνει "να κατατάσσω" ή "να αποδίδω", που αποτελείται από το "ad-" (προς) και "judicare" (να κρίνεις).

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Asignar - Destinar - Conceder

Αντώνυμα: - Retirar - Negar - Despojar



22-07-2024