Η λέξη "adminicular" είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "adminicular" σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι /ˌæd.məˈnɪk.jʊ.lər/.
Η λέξη "adminicular" μπορεί να μεταφραστεί στα Ελληνικά ως "βοηθητικός" ή "συμπληρωματικός".
Η λέξη "adminicular" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που λειτουργεί συμπληρωματικά ή υποστηρικτικά σε μια άλλη κατάσταση ή διαδικασία. Αυτή η λέξη είναι πιο συνήθης σε νομικά κείμενα και μπορεί να αναφέρεται σε στοιχεία ή αποδείξεις που υποστηρίζουν μια κεντρική ιδέα ή επιχείρημα.
Η χρήση της λέξης "adminicular" είναι πιο συχνή σε γραπτά κείμενα, ειδικά σε νομικές ή ακαδημαϊκές περιγραφές, παρά στον προφορικό λόγο.
"Los informes adminiculares fueron cruciales para el caso."
"Οι βοηθητικές αναφορές ήταν καθοριστικές για την υπόθεση."
"Se presentaron pruebas adminiculares para reforzar la argumentación."
"Παρουσιάστηκαν συμπληρωματικά αποδεικτικά στοιχεία για να ενισχυθεί η επιχειρηματολογία."
"Los testimonios adminiculares ayudaron a esclarecer la verdad."
"Οι συμπληρωματικές καταθέσεις βοήθησαν να διασαφηνιστεί η αλήθεια."
Η λέξη "adminicular" δεν είναι συχνά μέρος ιδιωματικών εκφράσεων στα Ισπανικά, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί μερικώς σε αναφορές που αφορούν τη νομική διαδικασία ή υποστηριχτικά στοιχεία.
"Elementos adminiculares a la demanda."
"Στοιχεία που υποστηρίζουν την αγωγή."
"Pruebas adminiculares en un juicio."
"Συμπληρωματικά αποδεικτικά στοιχεία σε μια δίκη."
"Documentación adminicular presentada por el abogado."
"Συμπληρωματική τεκμηρίωση που παρουσιάστηκε από τον δικηγόρο."
Η λέξη "adminicular" προέρχεται από το λατινικό "adminiculāris", το οποίο προέρχεται από τη ρίζα "adminiculum", που σημαίνει "βοήθημα" ή "στήριγμα".