Η λέξη "admirador" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "admirador" με τη χρήση του διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου είναι: [að.mi.ɾa.ˈðoɾ].
Η λέξη "admirador" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως: - θαυμαστής - υποστηρικτής
Η λέξη "admirador" αναφέρεται σε κάποιον που θαυμάζει ή υποστηρίζει κάποιον ή κάτι, όπως ένα καλλιτέχνη, αθλητή ή συγκεκριμένη ιδέα. Στη γλώσσα των Ισπανικών, χρησιμοποιείται συχνά για να δηλώσει έναν άνθρωπο που έχει θετική εκτίμηση ή αναγνώριση προς κάποιον άλλον. Η χρήση της μπορεί να παρατηρηθεί και σε προφορικό λόγο και σε γραπτό κείμενο, με ελαφρώς υψηλότερη συχνότητα στο προφορικό.
Αυτός είναι ένας μεγάλος θαυμαστής της κλασικής μουσικής.
Muchas personas son admiradores de su talento artístico.
Πολλοί άνθρωποι είναι θαυμαστές του καλλιτεχνικού του ταλέντου.
Sus admiradores siempre lo apoyan en sus proyectos.
Η λέξη "admirador" συχνά χρησιμοποιείται σε κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις και φράσεις.
Όλοι ξέρουν ότι είναι ένας μυστικός θαυμαστής της, αλλά δεν το έχει ποτέ ομολογήσει.
Tener admiradores a raudales
Από τότε που ξεκίνησε την καριέρα του, έχει άφθονους θαυμαστές.
Admirador incondicional
Η λέξη "admirador" προέρχεται από το ρήμα "admirar", που σημαίνει "θαυμάζω". Η μορφή "-dor" προσδιορίζει κάποιον που εκτελεί αυτή την ενέργεια, καθιστώντας την ουσιαστική.
Συνώνυμα: - Fanático - Entusiasta
Αντώνυμα: - Crítico - Opositor