Το "admirar" είναι ρήμα.
Φωνητική μεταγραφή: /admiraɾ/
Η λέξη "admirar" σημαίνει "να θαυμάζω" ή "να εκτιμώ κάτι". Χρησιμοποιείται συχνά για την περιγραφή συναισθημάτων προς κάτι ή κάποιον που θεωρείται αξιοθαύμαστος. Στη γλώσσα των Ισπανών, αυτή η λέξη χρησιμοποιείται και στους προφορικούς και στους γραπτούς λόγους, με ελαφρώς μεγαλύτερη συχνότητα στον προφορικό λόγο, καθώς συχνά εκφράζει θαυμασμό σε καθημερινές συζητήσεις.
Μου αρέσει να θαυμάζω τα αστέρια τη νύχτα.
Admiro mucho el trabajo de este artista.
Θαυμάζω πολύ τη δουλειά αυτού του καλλιτέχνη.
Es fácil admirar a alguien que es tan talentoso.
Η λέξη "admirar" συχνά συμμετέχει σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις και φράσεις. Εδώ είναι μερικές από αυτές:
Μερικές φορές είναι καλύτερο να θαυμάζεις από μακριά, για να μην επηρεάσεις το άτομο που θαυμάζεις.
Admirar a ciegas.
Δεν μπορείς να θαυμάζεις τυφλά κάποιον χωρίς να γνωρίζεις τα ελαττώματά του.
Admirar la belleza.
Η λέξη "admirar" προέρχεται από το λατινικό "admirare", το οποίο σημαίνει "να θαυμάζω" ή "να κοιτώ με έκπληξη".
Συνώνυμα:
- valorar (εκτιμώ)
- respetar (σέβομαι)
- apreciar (εκτιμώ)
Αντώνυμα:
- despreciar (καταφρονώ)
- desestimar (απορρίπτω)
- ignorar (αγνοώ)