Η λέξη "adolescencia" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "adolescencia" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι /aðo.le.senˈθja/.
Η λέξη "adolescencia" αναφέρεται στην περίοδο της ανάπτυξης που εκτείνεται από την παιδική ηλικία έως την ενήλικη ζωή, συνήθως μεταξύ 12 και 18 ετών. Σωματικά, ψυχικά και κοινωνικά, οι έφηβοι βιώνουν πολλές αλλαγές κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Η λέξη χρησιμοποιείται ευρέως και στους τρεις τομείς που αναφέρθηκαν (γενικά, νομικά και ιατρικά). Χρησιμοποιείται συχνότερα σε γραπτό πλαίσιο, αν και η χρήση της σε προφορικό λόγο είναι επίσης συνηθισμένη.
Η εφηβεία είναι μια σημαντική περίοδος στην προσωπική ανάπτυξη.
Durante la adolescencia, los jóvenes enfrentan muchos cambios emocionales.
Η λέξη "adolescencia" συχνά εμφανίζεται σε ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με την περίοδο της εφηβείας. Ακολουθούν μερικές παραδείγματα:
"Να περνάς την εφηβεία είναι πρόκληση για πολλούς."
"La adolescencia puede ser tumultuosa para algunos."
"Η εφηβεία μπορεί να είναι ταραχώδης για μερικούς."
"En la adolescencia, los amigos juegan un papel crucial."
"Στην εφηβεία, οι φίλοι παίζουν κρίσιμο ρόλο."
"La adolescencia marca el inicio de la búsqueda de identidad."
"Η εφηβεία σηματοδοτεί την αρχή της αναζήτησης ταυτότητας."
"Es natural experimentar inseguridades durante la adolescencia."
Η λέξη "adolescencia" προέρχεται από το λατινικό "adolescentia", το οποίο είναι παράγωγο του "adolescens", που σημαίνει "να μεγαλώνεις" ή "να αναπτύσσεσαι".
Συνώνυμα: - juventud (νεότητα) - pubertad (εφηβεία)
Αντώνυμα: - vejez (γέρους) - madurez (ωριμότητα)