Η λέξη "adoptivo" είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "adoptivo" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου είναι: /aðopˈtiβo/
Η λέξη "adoptivo" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως "υιοθετημένος".
Η λέξη "adoptivo" χρησιμοποιείται για να δηλώσει κάτι που σχετίζεται με την υιοθεσία ή κάποιον που έχει υιοθετηθεί. Στην Ισπανική γλώσσα, χρησιμοποιείται κυρίως σε νομικά κείμενα που σχετίζονται με την οικογενειακή κατάσταση, αλλά και γενικά σε καθημερινές συνομιλίες. Έχει σχετική συχνότητα χρήσης και εμφανίζεται συχνότερα σε γραπτό λόγο.
Los padres adoptivos siempre están dispuestos a escuchar a sus hijos.
Οι υιοθετημένοι γονείς είναι πάντα πρόθυμοι να ακούσουν τα παιδιά τους.
El proceso adoptivo puede ser largo y complicado.
Η διαδικασία υιοθεσίας μπορεί να είναι μακρά και περίπλοκη.
Su familia adoptiva le dio todo el amor que necesitaba.
Η υιοθετημένη οικογένειά του/της του/της έδωσε όλη την αγάπη που χρειαζόταν.
Η λέξη "adoptivo" μπορεί να εμφανίζεται σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις, κυρίως σε συζητήσεις που αφορούν την οικογένεια και τις σχέσεις.
La familia adoptiva es tan importante como la biológica.
Η υιοθετημένη οικογένεια είναι εξίσου σημαντική με τη βιολογική.
Los lazos adoptivos pueden ser tan fuertes como los biológicos.
Οι υιοθετημένοι δεσμοί μπορεί να είναι το ίδιο δυνατοί όπως οι βιολογικοί.
En el amor no hay diferencias entre los hijos biológicos y adoptivos.
Στον έρωτα δεν υπάρχουν διαφορές μεταξύ των βιολογικών και υιοθετημένων παιδιών.
Con cada paso en el proceso adoptivo, la familia se une más.
Με κάθε βήμα στη διαδικασία υιοθεσίας, η οικογένεια γίνεται πιο ενωμένη.
Las relaciones adoptivas requieren comunicación y comprensión.
Οι υιοθετημένες σχέσεις απαιτούν επικοινωνία και κατανόηση.
Η λέξη "adoptivo" προέρχεται από το λατινικό ρήμα "adoptare", που σημαίνει "υιοθετώ". Το "adoptare" σχηματίζεται από το "ad-" (προς, σε κατεύθυνση) και "optare" (να διαλέγω).