adquirido - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
DICLIB.COM
AI-based language tools

adquirido (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "adquirido" είναι ένα επίθετο (adjetivo) στην ισπανική γλώσσα.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή του "adquirido" χρησιμοποιώντας το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: /adkiˈɾiðo/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη "adquirido" προέρχεται από το ρήμα "adquirir", το οποίο σημαίνει "να αποκτήσω" ή "να αποκτώ". Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που έχει αποκτηθεί ή κτηθεί από κάποιον. Στην ιατρική, μπορεί να αναφέρεται σε μια κατάσταση ή ασθένεια που έχει αποκτηθεί από τον ασθενή, όπως "adquirido infección" (αποκτηθείσα λοίμωξη).

Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι μέτρια, και χρησιμοποιείται και στους δύο τομείς, στον προφορικό και στον γραπτό λόγο.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. El médico diagnosticó una enfermedad adquirida durante sus viajes.
    (Ο γιατρός διάγnuσε μια ασθένεια που αποκτήθηκε κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του.)

  2. Los conocimientos adquiridos en la universidad son muy valiosos.
    (Οι γνώσεις που αποκτήθηκαν στο πανεπιστήμιο είναι πολύ πολύτιμες.)

  3. La infección adquirida puede ser tratada con antibióticos.
    (Η αποκτηθείσα λοίμωξη μπορεί να θεραπευτεί με αντιβιοτικά.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "adquirido" δεν χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά έχει κάποιες συνδυασμένες μορφές. Ακολουθούν προτάσεις που περιλαμβάνουν τη λέξη "adquirido":

  1. Durante el aprendizaje, los hábitos adquiridos son difíciles de cambiar.
    (Κατά τη διάρκεια της μάθησης, οι αποκτηθέντες συνήθειες είναι δύσκολο να αλλάξουν.)

  2. El conocimiento adquirido es una herramienta poderosa.
    (Οι αποκτηθείσες γνώσεις είναι ένα ισχυρό εργαλείο.)

  3. El estrés adquirido puede afectar tu salud mental.
    (Το αποκτηθέν άγχος μπορεί να επηρεάσει την ψυχική σου υγεία.)

  4. Los derechos adquiridos deben ser respetados.
    (Τα αποκτημένα δικαιώματα πρέπει να γίνονται σεβαστά.)

Ετυμολογία

Η λέξη "adquirido" προέρχεται από το ρήμα "adquirir", το οποίο προέρχεται από το λατινικό "adquirere", που σημαίνει "να αποκτώ".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - obtenido (αποκτηθείς) - conseguido (κατακτηθείς)

Αντώνυμα: - perdido (χαμένος) - desechado (απορριπτέος)



23-07-2024