Agilizar είναι ρήμα.
Στην διεθνή φωνητική αλφάβητο (IPA), η φωνητική μεταγραφή είναι: [a.xi.liˈθaɾ]
Η λέξη agilizar χρησιμοποιείται στη γλώσσα των Ισπανών για να περιγράψει τη διαδικασία της επιτάχυνσης μιας διαδικασίας ή της διευκόλυνσης μιας ενέργειας. Χρησιμοποιείται συχνά σε επιχειρηματικό και διοικητικό πλαίσιο, αλλά μπορεί επίσης να εφαρμοστεί σε καθημερινές καταστάσεις. Η συχνότητα χρήσης της είναι υψηλή, με περισσότερη χρήση στον προφορικό λόγο, αλλά χρησιμοποιείται επίσης και σε γραπτές επικοινωνίες.
Agilizar el proceso de producción es fundamental para el éxito de la empresa.
(Η επιτάχυνση της διαδικασίας παραγωγής είναι θεμελιώδης για την επιτυχία της επιχείρησης.)
El nuevo software ayudará a agilizar el trabajo del equipo.
(Το νέο λογισμικό θα βοηθήσει να επιταχυνθεί η εργασία της ομάδας.)
Η λέξη agilizar χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά. Ορισμένες από αυτές περιλαμβάνουν:
Agilizar los trámites
(Επιταχύνω τις διαδικασίες)
Es importante agilizar los trámites para obtener el permiso a tiempo.
(Είναι σημαντικό να επιταχύνουμε τις διαδικασίες για να αποκτήσουμε την άδεια εγκαίρως.)
Agilizar la comunicación
(Επιταχύνω την επικοινωνία)
Debemos agilizar la comunicación entre departamentos para evitar malentendidos.
(Πρέπει να επιταχύνουμε την επικοινωνία μεταξύ τμημάτων για να αποφύγουμε παρεξηγήσεις.)
Agilizar la toma de decisiones
(Επιταχύνω τη λήψη αποφάσεων)
La nueva estructura organizativa busca agilizar la toma de decisiones en la empresa.
(Η νέα οργανωτική δομή στοχεύει στην επιτάχυνση της λήψης αποφάσεων στην επιχείρηση.)
Η λέξη agilizar προέρχεται από το ουσιαστικό ágil, που σημαίνει "ευκίνητος" ή "γρήγορος", και το τυπικό κατάληξη -izar που υποδεικνύει τη διαδικασία μετατροπής ή του σχηματισμού.