Το "agitarse" είναι ρήμα.
Η φωνητική μεταγραφή του "agitarse" σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι /a.xiˈtaɾ.se/.
Η λέξη "agitarse" σημαίνει να κινείσαι βίαια ή να ταράσσεσαι, συνήθως αναφέρεται σε άνθρωπο ή ζώο που αντιδρά σε μια κατάσταση με έντονη κίνηση. Η χρήση της είναι γενικά υψηλή, και συναντάται σε προφορικό και γραπτό λόγο, αν και είναι πιο συνηθισμένη στον προφορικό λόγω των συναισθηματικών φορτίσεων που συνεπάγεται.
El perro se agita cuando escucha fuegos artificiales.
(Ο σκύλος ταράζεται όταν ακούει βεγγαλικά.)
Ella tiende a agitarse en situaciones de estrés.
(Αυτή τείνει να αναταράσσεται σε καταστάσεις άγχους.)
Al agitarse, se derramó el jugo sobre la mesa.
(Όταν ταράχθηκε, χύθηκε ο χυμός πάνω στο τραπέζι.)
Η λέξη "agitarse" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις, που υποδηλώνουν ανησυχία ή ένταση.
No te agites por cosas pequeñas.
(Μην ταράζεσαι για μικρά πράγματα.)
Cuando se agita, su voz se vuelve más alta.
(Όταν ταράζεται, η φωνή του γίνεται πιο δυνατή.)
El debate hizo que se agitaran los ánimos.
(Η συζήτηση προκάλεσε να ταραχτούν τα πνεύματα.)
Al agitarse, se le notó el nerviosismo.
(Όταν ταράχθηκε, φάνηκε το άγχος του.)
Ella siempre se agita mucho antes de un examen.
(Αυτή πάντα ταράζεται πολύ πριν από μια εξέταση.)
Η λέξη "agitarse" προέρχεται από το λατινικό "agitare," που σημαίνει "να κουνήσεις" ή "να προκαλέσεις κίνηση."
Συνώνυμα: - Temblar (να τρεμώ) - Movilizarse (να κινητοποιηθείς)
Αντώνυμα: - Calmarse (να ηρεμήσεις) - Estabilizarse (να σταθεροποιηθείς)