agraviar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

agraviar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Ρήμα

Φωνητική μεταγραφή

/ aɡɾaˈβiɾ /

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη "agraviar" σημαίνει να προκαλέσει κάποιος προσβολή, αδικία ή πόνο σε κάποιον άλλον, είτε ψυχικά είτε σωματικά. Χρησιμοποιείται συχνά σε νομικό πλαίσιο όταν αναφέρεται σε αδίκημα ή σε προσβολή των δικαιωμάτων κάποιου. Στην καθημερινή γλώσσα, η λέξη αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να περιγράψει καταστάσεις όπου κάποιος αισθάνεται ότι έχει προσβληθεί ή αδικηθεί. Συνήθως απαντάται περισσότερο σε γραπτό λόγο, όπως σε νομικά ή λογοτεχνικά κείμενα.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El abogado argumentó que su cliente fue agraviado por la decisión del tribunal.
  2. Ο δικηγόρος υποστήριξε ότι ο πελάτης του αδικήθηκε από την απόφαση του δικαστηρίου.

  3. No deberías agraviar a tus amigos con comentarios hirientes.

  4. Δεν θα έπρεπε να προσβάλλεις τους φίλους σου με προσβλητικά σχόλια.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "agraviar" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που αναφέρονται σε καταστάσεις προσβολής ή αδικίας.

Ετυμολογία

Η λέξη "agraviar" προέρχεται από το λατινικό "aggraviare", που σημαίνει "να βαρύνω" ή "να επιβαρύνω". Η σύνθεση της λέξης συνδυάζει το πρόθεμα "ad-" (προς) και το "gravis" (βαρύς), υποδηλώνοντας μια αδικία ή βάρος που προκαλείται σε κάποιον.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Lesionar - Ofender - Daño

Αντώνυμα: - Proteger - Defender - Auxiliar



23-07-2024