Μέρος του λόγου
Ο όρος "agujeta" είναι ονομασία (ουσιαστικό θηλυκού γένους).
Φωνητική μεταγραφή
/ aɣuˈxeta /
Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό
- αγκώνας (στην εννοιολογική έννοια της πόνου που προκαλείται από έντονη σωματική άσκηση)
- μυϊκός πόνος (μεταφορικά)
Σημασία της λέξης
Η λέξη "agujeta" χρησιμοποιείται στη ισπανική γλώσσα για να αναφερθεί στον πόνο που προκαλείται στους μύες μετά από έντονη σωματική άσκηση, γνωστή και ως "delay onset muscle soreness" (DOMS). Χρησιμοποιείται κυρίως σε καταστάσεις σχετικές με την άθληση και την γυμναστική. Εμφανίζεται συχνά στον προφορικό λόγο.
Παραδείγματα προτάσεων
1. Después de correr, me dio una agujeta en las piernas.
Μετά το τρέξιμο, με πόνεσαν οι μύες στα πόδια.
Ιδιωματικές εκφράσεις
- No hay agujeta que dure cien años.
Δεν υπάρχει μυϊκός πόνος που να διαρκεί εκατό χρόνια. (δηλαδή, όλα τα πράγματα περνούν)
Con agujeta y todo, iré al gimnasio.
Μέσα στους πόνους, θα πάω στο γυμναστήριο. (δείχνει επιμονή)
Tengo agujetas desde que empecé a hacer yoga.
Έχω πόνους από τότε που άρχισα να κάνω γιόγκα.
Ετυμολογία της λέξης
Η λέξη "agujeta" προέρχεται από το ισπανικό "aguja", που σημαίνει "βελόνα", και χρησιμοποιείται μεταφορικά για να περιγράψει την αίσθηση του πόνου που "τρυπά" τους μύες.
Συνώνυμα και Αντώνυμα
- Συνώνυμα: dolor muscular (μυϊκός πόνος), malestar (κακουχία)
- Αντώνυμα: alivio (ανακούφιση), comodidad (άνεση)