Η λέξη "ahogar" χρησιμοποιείται στην ισπανική γλώσσα για να περιγράψει την πράξη του πνιγμού ή του να προκαλείς σε κάποιον να μη μπορεί να αναπνεύσει. Επιπλέον, μπορεί να χρησιμοποιηθεί μεταφορικά για να περιγράψει την αίσθηση της καταπίεσης ή της καταστολής (συναισθηματικής ή άλλης). Η μηχανιστική χρήση της είναι πιο συχνή στο γραπτό πλαίσιο, αλλά εμφανίζεται και στον προφορικό λόγο, ανάλογα με την κατάσταση.
"Το παιδί έπεσε στο ποτάμι και σχεδόν πνίγηκε."
"La presión del trabajo me ahoga."
Η λέξη "ahogar" χρησιμοποιείται σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις που εκφράζουν συναισθήματα ή καταστάσεις:
"Μετά τον χωρισμό, αποφάσισε να καταπιέσει τις θλίψεις του με κρασί."
"Ahogarse en un vaso de agua"
"Μη πνίγεσαι σε ένα ποτήρι νερό; είναι μόνο μια μικρή δυσκολία."
"Ahogar una idea"
Η λέξη "ahogar" προέρχεται από το λατινικό "ad-hocāre", που σημαίνει "πνίγω". Μέσα από τις γλωσσικές εξελίξεις, η λέξη υιοθετήθηκε στην ισπανική γλώσσα και απέκτησε τις σημερινές της σημασίες.
sumergir (βυθίζω)
Αντώνυμα: