Ρήμα.
/a.onˈdaɾ/
Η λέξη "ahondar" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά για να δηλώσει την πράξη της εμβάθυνσης σε κάποιο θέμα, είτε κυριολεκτικά (π.χ. σκάβοντας) είτε μεταφορικά (π.χ. ερευνώντας ή αναλύοντας). Είναι κάτι που συνήθως χρησιμοποιείται σε γραπτό πλαίσιο αλλά μπορεί να εμφανιστεί και στον προφορικό λόγο. Η συχνότητα χρήσης της είναι αρκετά καλή σε ακαδημαϊκά και επιστημονικά κείμενα.
Es importante ahondar en el tema para tener una mejor comprensión.
Είναι σημαντικό να εμβαθύνουμε στο θέμα για να έχουμε καλύτερη κατανόηση.
Los expertos decidieron ahondar en las causas del fenómeno.
Οι ειδικοί αποφάσισαν να εμβαθύνουν στις αιτίες του φαινομένου.
Η λέξη "ahondar" χρησιμοποιείται και σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ακολουθούν μερικές από αυτές:
Ahondar en la herida
Δεν πρέπει να εμβαθύνουμε στην πληγή.
Σημάνει να φέρνουμε στην επιφάνεια παλιούς καημούς ή πόνους.
Ahondar en el miedo
Εμβαθύνω στο φόβο.
Αναφέρεται στο να εξερευνήσουμε τις πηγές ή τις ρίζες των φόβων μας.
Ahondar en la investigación
Εμβαθύνω στην έρευνα.
Αναφέρεται στην πρακτική της βαθύτερης ανάλυσης ενός θέματος κατά τη διάρκεια μιας επιστημονικής διαδικασίας.
Ahondar en el entendimiento
Εμβαθύνω στην κατανόηση.
Χρησιμοποιείται για να δηλώσει την πρόθεση να εξερευνήσουμε μια κατάσταση πιο προσεκτικά ή σε βάθος.
Η λέξη "ahondar" προέρχεται από τη σύνθεση του πρόθετου "a-" (προς) και του ουσιαστικού "honda" που σημαίνει "βαθιά". Ουσιαστικά, ενσωματώνει την έννοια της βαθειάς εξέτασης.
Συνώνυμα: - profundizar - investigar - explorar
Αντώνυμα: - superficializar - ignorar - descuidar
Αυτές οι πληροφορίες καλύπτουν διεξοδικά τη λέξη "ahondar" στην ισπανική γλώσσα.