ahorrar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

ahorrar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

"Ahorrar" είναι ρήμα στην ισπανική γλώσσα.

Φωνητική μεταγραφή

Фωνητική μεταγραφή: [a.oˈɾaɾ]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Η λέξη "ahorrar" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως "να αποταμιεύεις", "να εξοικονομήσεις".

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "ahorrar" σημαίνει να αποταμιεύεις χρήματα ή πόρους, να εξοικονομείς κάτι ώστε να το χρησιμοποιήσεις αργότερα. Χρησιμοποιείται σε οικονομικά και καθημερινά πλαίσια. Η συχνότητα χρήσης της είναι υψηλή, καθώς αναφέρεται σε μια κοινή πρακτική που σχετίζεται με οικονομία.

Συνήθως χρησιμοποιείται περισσότερο στον προφορικό λόγο, καθώς οι άνθρωποι συχνά συζητούν τρόπους για να εξοικονομήσουν χρήματα ή πόρους.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Es importante ahorrar para el futuro.
    Είναι σημαντικό να αποταμιεύεις για το μέλλον.

  2. Ella ahorra dinero cada mes para sus vacaciones.
    Αυτή εξοικονομεί χρήματα κάθε μήνα για τις διακοπές της.

  3. Ahorra energía apagando las luces innecesarias.
    Εξοικονόμησε ενέργεια σβήνοντας τα περιττά φώτα.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "ahorrar" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις:

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "ahorrar" προέρχεται από το λατινικό "adorare", το οποίο σημαίνει "να αποταμιεύω" ή "να κρατώ".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Economizar (εξοικονομώ) - Guardar (φυλάω)

Αντώνυμα: - Gastar (ξοδεύω) - Malgastar (σπαταλώ)



22-07-2024