Η λέξη ahorros αναφέρεται σε χρήματα ή πόρους που έχουν αποταμιευτεί για μελλοντική χρήση. Χρησιμοποιείται συχνά σε οικονομικά συμφραζόμενα και αναφέρεται στις αποταμιεύσεις ενός ατόμου ή μιας οικογένειας.
Η χρήση της λέξης είναι αρκετά συχνή, και εμφανίζεται και στον προφορικό και στο γραπτό λόγο, αν και μπορεί να παρατηρηθεί μεγαλύτερη συχνότητα σε οικονομικά κείμενα ή συζητήσεις.
Mis ahorros me han permitido comprar una casa.
Οι αποταμιεύσεις μου μου έχουν επιτρέψει να αγοράσω ένα σπίτι.
Es importante tener ahorros para emergencias.
Είναι σημαντικό να έχεις αποταμιεύσεις για καταστάσεις έκτακτης ανάγκης.
Estamos analizando cómo invertir nuestros ahorros.
Αναλύουμε πώς να επενδύσουμε τις αποταμιεύσεις μας.
Η λέξη ahorros χρησιμοποιείται σε κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις που αφορούν την οικονομία και τις αποταμιεύσεις:
Ahorrar para los tiempos difíciles.
Αποταμιεύω για τις δύσκολες στιγμές.
No toques tus ahorros si no es necesario.
Μην αγγίζεις τις αποταμιεύσεις σου αν δεν είναι απαραίτητο.
Es bueno tener ahorros en una cuenta ahorros.
Είναι καλό να έχεις αποταμιεύσεις σε λογαριασμό αποταμίευσης.
Mis ahorros están en un fondo de inversión.
Οι αποταμιεύσεις μου είναι σε ένα επενδυτικό ταμείο.
Debes aprender a gestionar tus ahorros desde joven.
Πρέπει να μάθεις να διαχειρίζεσαι τις αποταμιεύσεις σου από μικρός.
Η λέξη ahorro προέρχεται από το ρήμα "ahorrar", που σημαίνει «να αποταμιεύεις» ή «να εξοικονομείς». Το ουσιαστικό ahorros είναι ο πληθυντικός τύπος.