Το "airado" είναι επίθετο.
/a.iˈɾaðo/
Η λέξη "airado" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά για να περιγράψει κάποιον που είναι θυμωμένος ή εκνευρισμένος. Είναι πιο συχνά χρησιμοποιούμενη σε γραπτό κείμενο αλλά μπορεί επίσης να βρεθεί στον προφορικό λόγο, ιδίως σε περιπτώσεις που εκφράζεται έντονος θυμός. Η συχνότητα χρήσης της είναι αρκετά υψηλή σε καθημερινές συνομιλίες και γραπτά κείμενα.
El jefe llegó airado a la reunión.
(Ο διευθυντής έφθασε θυμωμένος στη συνάντηση.)
No me hables así, estoy muy airado.
(Μη μου μιλάς έτσι, είμαι πολύ αναστατωμένος.)
Su reacción fue airada, lo cual sorprendió a todos.
(Η αντίδρασή του ήταν οργισμένη, γεγονός που εξέπληξε όλους.)
Η λέξη "airado" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα, κυρίως για να δηλώσει ένα έντονο συναίσθημα θυμού.
Estar airado como una fiera.
(Να είσαι θυμωμένος σαν θηρίο.)
Decirlo airado no ayuda en nada.
(Το να το λες οργισμένα δεν βοηθά καθόλου.)
Ella se fue airada de la fiesta.
(Αυτή έφυγε θυμωμένη από το πάρτι.)
No quiero verte airado, cuídate.
(Δεν θέλω να σε βλέπω θυμωμένο, πρόσεξε.)
Su aire airado atrae la atención de todos.
(Η θυμωμένη συμπεριφορά του προσελκύει την προσοχή όλων.)
Η λέξη "airado" προέρχεται από το ρήμα "airar", το οποίο σημαίνει "να εκνευρίζει" ή "να προκαλεί θυμό". Συνήθως χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια κατάσταση όπου τα συναισθήματα είναι έντονα και εκφραστικά.
Συνώνυμα: - enojado (θυμωμένος) - iracundo (οργισμένος)
Αντώνυμα: - tranquilo (ήρεμος) - sereno (ήσυχος)