aislamiento - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

aislamiento (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "aislamiento" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή στα Διεθνές Φωνητικό Αλφαβητο (IPA): /ais.la.iˈmen.to/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "aislamiento" αναφέρεται στην κατάσταση της απομόνωσης ή της αποσύνδεσης από άλλους ή από το περιβάλλον. Χρησιμοποιείται σε διάφορους τομείς, όπως στην ψυχολογία, την ιατρική, τη νομική επιστήμη και άλλες επιστήμες. Στην ψυχολογία, για παράδειγμα, μπορεί να αναφέρεται στην κοινωνική απομόνωση, ενώ στην ιατρική μπορεί να σημαίνει τη διαδικασία απομόνωσης ενός ασθενούς για λόγους πρόληψης ασθενειών. Η χρήση της λέξης είναι συχνή τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αναλόγως του περιβάλλοντος που συζητιέται.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. La persona vivía en un aislamiento total.
    (Το άτομο ζούσε σε πλήρη απομόνωση.)

  2. El aislamiento social puede afectar la salud mental.
    (Η κοινωνική απομόνωση μπορεί να επηρεάσει την ψυχική υγεία.)

  3. Durante la pandemia, muchas personas experimentaron aislamiento.
    (Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, πολλοί άνθρωποι βίωσαν απομόνωση.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "aislamiento" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να ενσωματωθεί σε πιο γενικές φράσεις:

  1. Vivir en aislamiento
    (Να ζεις σε απομόνωση.)
  2. Refiriéndose a alguien que se aparta de la sociedad por propia elección.
    (Αναφερόμενος σε κάποιον που αυτοαπομονώνεται από την κοινωνία.)

  3. Aislamiento involuntario
    (Ακούσια απομόνωση.)

  4. Puede referirse a alguien que no puede salir de un lugar debido a circunstancias externas.
    (Μπορεί να αναφέρεται σε κάποιον που δεν μπορεί να βγει από ένα μέρος λόγω εξωτερικών παραγόντων.)

  5. El aislamiento emocional
    (Συναισθηματική απομόνωση.)

  6. Describe a personas que evitan la conexión emocional con otros.
    (Περιγράφει άτομα που αποφεύγουν τη συναισθηματική σύνδεση με τους άλλους.)

Ετυμολογία

Η λέξη "aislamiento" προέρχεται από το ρήμα "aislar", το οποίο έχει τις ρίζες του στα Ισπανικά και σημαίνει "να απομονώνω". Η κατάληξη "-miento" δηλώνει μια κατάσταση ή διαδικασία, επομένως το "aislamiento" αναφέρεται στην κατάσταση της απομόνωσης.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - separación (διαχωρισμός) - soledad (μοναξιά) - exclusión (αποκλεισμός)

Αντώνυμα: - conexión (σύνδεση) - integración (ενσωμάτωση) - inclusión (ένταξη)



22-07-2024