Το "ajar" είναι ένα επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή του "ajar" με χρήση του διεθνούς φωνητικού αλφάβητου είναι /aˈxaɾ/.
Η λέξη "ajar" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που είναι μισάνοιχτο, όπως μια πόρτα ή παράθυρο. Είναι μια λέξη που συναντάται συχνά στη γλώσσα και χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στο γραπτό λόγο.
La puerta estaba ajar y dejaba pasar la luz.
(Η πόρτα ήταν μισάνοιχτη και άφηνε να περνάει το φως.)
Ella dejó la ventana ajar para que entrara aire fresco.
(Άφησε το παράθυρο μισάνοιχτο για να μπει φρέσκος αέρας.)
Η λέξη "ajar" δεν παρουσιάζει πολλές καθιερωμένες ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες εκφράσεις που σχετίζονται με την έννοια του "μισάνοιχτου".
Dejar la puerta ajar.
(Αφήνω την πόρτα μισάνοιχτη.)
Tener la mente ajar.
(Έχω το μυαλό μισάνοιχτο - να είμαι ανοιχτός σε νέες ιδέες.)
Ser ajar en las oportunidades.
(Είμαι μισάνοιχτος στις ευκαιρίες - να είμαι ανοιχτός στις ευκαιρίες που εμφανίζονται.)
Η λέξη "ajar" προέρχεται από την ισπανική γλώσσα και έχει τις ρίζες της στον λατινικό όρο "ad-jaris", που σημαίνει "προς το άνοιγμα".