Η φράση "ajuste de cuentas" είναι ουσιαστικό και χρησιμοποιείται στα Ισπανικά.
Φωνητική μεταγραφή (IPA): /aˈxuste ðe ˈkwentas/
Η φράση "ajuste de cuentas" αναφέρεται στη διαδικασία ρύθμισης ή τακτοποίησης των λογαριασμών ή των χρεών. Γενικά, χρησιμοποιείται για να περιγράψει την ολοκλήρωση των οφειλών είτε σε χρηματική είτε σε κοινωνική μορφή, και μπορεί να περιλαμβάνει και την έννοια της εκδίκησης ή της αναγνώρισης μιας αδικίας. Η χρήση της είναι σχετικά συχνή και μπορεί να παρατηρηθεί τόσο στο προφορικό όσο και στο γραπτό πλαίσιο.
Después de muchos años de disputas, finalmente hicieron un ajuste de cuentas.
(Μετά από πολλά χρόνια διαφωνιών, τελικά έκαναν μια ρύθμιση λογαριασμών.)
El ajuste de cuentas entre los socios fue inevitable tras el escándalo.
(Η τακτοποίηση λογαριασμών μεταξύ των εταίρων ήταν αναπόφευκτη μετά το σκάνδαλο.)
Η φράση "ajuste de cuentas" χρησιμοποιείται επίσης σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις:
Αυτή η έκφραση δηλώνει την ανάγκη να αναγνωρίσεις και να αποδεχτείς παλιές αδικίες ή λάθη.
El ajuste de cuentas llegó finalmente.
(Η ρύθμιση λογαριασμών ήρθε τελικά.)
Χρησιμοποιείται για να δείξει ότι ήρθε η ώρα να αντιμετωπιστούν παλιά ζητήματα.
Ajustar cuentas con quien te debe.
(Να τακτοποιήσεις λογαριασμούς με αυτόν που σου χρωστάει.)
Η φράση προέρχεται από τα ισπανικά “ajuste”, που σημαίνει προσαρμογή ή ρύθμιση, και “cuentas”, που σημαίνει λογαριασμούς ή χρέη.
Συνώνυμα: - Liquidación de cuentas (εκκαθάριση λογαριασμών)
Αντώνυμα:
- Descontrol de cuentas (έλλειψη ελέγχου λογαριασμών)
- Confusión de cuentas (σύγχυση λογαριασμών)