alar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
DICLIB.COM
AI-based language tools

alar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "alar" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

/ph.ɾaɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Το "alar" στα Ισπανικά σημαίνει "να είναι ικανός να" ή "να έχει τη δυνατότητα να". Είναι ένα ουδέτερο ρήμα που χρησιμοποιείται σε πολλές διαφορετικές καταστάσεις και είναι σχετικά συχνό και στον προφορικό και στον γραπτό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Él puede alar el peso del mundo.
    (Αυτός μπορεί να σηκώσει το βάρος του κόσμου.)

  2. Si estudias mucho, puedes alar un buen examen.
    (Αν διαβάσεις πολύ, μπορείς να περάσεις καλά την εξέταση.)

  3. No dudes, tú puedes alar cualquier desafío que se presente.
    (Μην αμφιβάλλεις, μπορείς να αντιμετωπίσεις οποιαδήποτε πρόκληση παρουσιαστεί.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Το "alar" δεν χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στη σύγχρονη ισπανική γλώσσα, αλλά υπάρχουν ορισμένες φράσεις που το περιλαμβάνουν.

  1. Alar los sueños.
  2. (Να υλοποιήσεις τα όνειρα σου.)

  3. No hay nada que alar más que la fe.

  4. (Δεν υπάρχει τίποτα πιο ικανό από την πίστη.)

  5. Alar los puentes.

  6. (Να χτίζεις γέφυρες.)

  7. Con esfuerzo, puedes alar tus metas.

  8. (Με προσπάθεια, μπορείς να επιτύχεις τους στόχους σου.)

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "alar" προέρχεται από το λατινικό "ala", που σημαίνει φτερό ή πτέρυγα, υποδηλώνοντας την ικανότητα και την ελευθερία κινήσεων.

Συνώνυμα και Αντώνυμα



23-07-2024