Η λέξη "albura" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
/aɾˈβuɾa/
Η "albura" αναφέρεται στην εσωτερική, νεανική στρώση του ξύλου που βρίσκεται κάτω από τον φλοιό και είναι πιο φωτεινή και μαλακή σε σχέση με τις εξωτερικές στρώσεις. Στη βοτανολογία, η "albura" είναι η λευκή ή ανοιχτόχρωμη ξυλεία πολλών δέντρων, όπως η βελανιδιά και το πεύκο. Η χρήση της λέξης είναι πιο συνηθισμένη σε επιστημονικά ή τεχνικά κείμενα και λιγότερο στον προφορικό λόγο. Η συχνότητα χρήσης είναι μέτρια.
Η αλμπουρά αυτού του δέντρου είναι πολύ καλή για την εβανιστερία.
En botánica, la albura es crucial para entender el crecimiento de las plantas.
Η λέξη "albura" δεν είναι ιδιαίτερα κοινή σε ιδιωματικές εκφράσεις στη ισπανική γλώσσα. Ωστόσο, μπορείτε να βρείτε προτάσεις που αναφέρονται στο ξύλο και μάλιστα στη λεύκη ξυλεία:
Η αλμπουρά είναι το πιο εκτιμημένο στη βιομηχανία επίπλων.
En la construcción, la albura tiene propiedades interesantes.
Στην κατασκευή, η αλμπουρά έχει ενδιαφέροντα χαρακτηριστικά.
Los carpinteros prefieren la albura por su trabajo más fácil.
Η λέξη "albura" προέρχεται από το αραβικό "الْبَيْضَاء" (al-baydā), που σημαίνει "λευκή", αναφερόμενη στο χρώμα της ξυλείας.
Συνώνυμα: - luma (για συγκεκριμένα είδη ξύλου)
Αντώνυμα: - duramen (η σκληρή, εσωτερική στρώση του ξύλου)
Αυτές οι πληροφορίες προσφέρουν μια πλήρη εικόνα σχετικά με τη λέξη "albura" στον τομέα της βοτανολογίας και γενικότερα.