Alcahuete (αρσενικό ή θηλυκό) είναι ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή: /alkawete/
Η λέξη alcahuete αναφέρεται σε ένα άτομο που δρα ως "προαγωγός", κυρίως σε κατάσταση όπου διευκολύνει ή υποστηρίζει παράνομες ή ανήθικες σχέσεις, συνήθως μεταξύ ερωτικών συντρόφων. Χρησιμοποιείται σε συγγραφές, θεατρικά έργα και στην καθημερινή ομιλία. Η συχνότητα χρήσης της είναι σχετική, καθώς μπορεί να χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό πλαίσιο ή σε ανεπίσημο διάλογο ως μορφή κριτικής ή ειρωνείας.
Esa mujer es una alcahuete que siempre está juntando a los enamorados.
(Αυτή η γυναίκα είναι μια προαγωγός που πάντα συγκεντρώνει τους ερωτευμένους.)
No quiero ser alcahuete, pero creo que ellos tienen algo.
(Δεν θέλω να είμαι προαγωγός, αλλά πιστεύω ότι αυτοί έχουν κάτι.)
"Hacer de alcahuete" - Συνήθιζε να αναφέρεται σε κάποιον που διευκολύνει κρυφές ή παράνομες σχέσεις.
(Αυτή η φράση σημαίνει να λειτουργείς ως προαγωγός.)
"Alcahuete de dos lados" - Αναφέρεται σε κάποιον που υποστηρίζει ή ανακατεύεται με περισσότερους από έναν εμπλεκόμενους σε μία σχέση.
(Αυτός ο τύπος είναι προαγωγός και από τις δύο πλευρές.)
"Ser el alcahuete de la trama" - Να είσαι το άτομο που προωθεί ή αποκαλύπτει τις διαπλοκές μιας ιστορίας ή κάποιου σχεδίου.
(Είναι ο προαγωγός της πλοκής.)
Η λέξη alcahuete έχει αραβική προέλευση, από τον όρο "al-qāhuwāt", που σημαίνει "αυτός που υποστηρίζει" ή "ο ντετέκτιβ". Μέσω των ιστορικών εξελίξεων, η σημασία της άλλαξε για να αναφερθεί σε κάποια που ενθαρρύνει ή προάγει ανήθικες συμπεριφορές.
Συνώνυμα: - Promotor (προαγωγός) - Facilitador (διευκολυντής)
Αντώνυμα: - Detractor (επικριτής) - Intervención (παρέμβαση)
Αυτά τα στοιχεία περιγράφουν τη λέξη "alcahuete" και τη χρήση της στην ισπανική γλώσσα.