Μέρος του λόγου: ρήμα
Φωνητική μεταγραφή: al.ko.ho.liˈθaɾ.se
Χρήση στα Ισπανικά: Το ρήμα "alcoholizarse" χρησιμοποιείται στα Ισπανικά για να περιγράψει το να παρασυρθεί κάποιος στην υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ. Χρησιμοποιείται συχνότερα στον γραπτό παρά στον προφορικό λόγο.
Παραδειγματικές Προτάσεις: - Si sigues alcoholizándote de esa manera, tendrás serios problemas de salud. Αν συνεχίσεις να αλκοολίζεσαι με αυτόν τον τρόπο, θα έχεις σοβαρά θέματα υγείας.
Ετυμολογία: Το ρήμα "alcoholizarse" προέρχεται από τη λατινική λέξη "alcohol" που σημαίνει αλκοόλ και το επίθημα "-izarse" που χρησιμοποιείται για τη δημιουργία ρημάτων.
Συνώνυμα: embriagarse, emborracharse
Αντώνυμα: sobrio, moderado