aldeano - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

aldeano (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Aldeano είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: /alˈðe.a.no/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη aldeano αναφέρεται σε κάποιον που ζει σε χωριό ή σε αγροτική περιοχή. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει τους ανθρώπους που προέρχονται από την ύπαιθρο και συνήθως συνδέεται με μια απλή ή παραδοσιακή ζωή. Η χρήση της λέξης είναι πιο συχνή στον προφορικό λόγο και σε πιο οικείες ή ανεπίσημες καταστάσεις.

Παραδείγματικές προτάσεις

  1. El aldeano conoce todos los secretos de la tierra.
  2. Ο χωρικός γνωρίζει όλα τα μυστικά της γης.

  3. Los aldeanos suelen tener una vida muy tranquila.

  4. Οι αγρότες συνήθως έχουν μια πολύ ήρεμη ζωή.

  5. Siempre visito a mi amigo aldeano durante el verano.

  6. Πάντα επισκέπτομαι τον φίλο μου τον χωρικό κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη aldeano δεν έχει πολλές καθιερωμένες ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες φράσεις για να μεταδώσει την έννοια της αγροτικής ζωής. Εδώ είναι μερικές χρήσιμες προτάσεις:

  1. Vivir como un aldeano.
  2. Να ζεις σαν χωρικός.

  3. Sentirse aldeano en la ciudad.

  4. Να νιώθεις χωρικός στην πόλη.

  5. El aldeano tiene un corazón grande.

  6. Ο χωρικός έχει μια μεγάλη καρδιά.

  7. Cada aldeano tiene su propio legado.

  8. Κάθε χωρικός έχει την δική του κληρονομιά.

  9. Los aldeanos siempre ayudan a sus vecinos.

  10. Οι χωρικοί πάντα βοηθούν τους γείτονές τους.

  11. El aldeano es un símbolo de la tradición.

  12. Ο χωρικός είναι σύμβολο της παράδοσης.

  13. No olvides tus raíces aldeanas.

  14. Μην ξεχνάς τις χωρικές σου ρίζες.

  15. La cultura aldeana es muy rica en costumbres.

  16. Η χωρική κουλτούρα είναι πολύ πλούσια σε παραδόσεις.

Ετυμολογία

Η λέξη aldeano προέρχεται από την ισπανική λέξη aldea, που σημαίνει «χωριό». Η ρίζα της προέρχεται από τα Λατινικά, όπου ο όρος aldia αναφερόταν σε οικισμούς ή κοινότητες.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Campesino (αγρότης) - Rural (αγροτικός) - Villager (κάτοικος χωριού)

Αντώνυμα: - Urbano (αστικός) - Citadino (κατοίκου πόλης) - Metropolitano (μετροπολιτικός)



23-07-2024