alegar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
DICLIB.COM
AI-based language tools

alegar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "alegar" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή του "alegar" με τη χρήση του διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου είναι: /aleˈɣaɾ/.

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Το "alegar" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά για να δηλώσει την πράξη της υποβολής κάποιου ισχυρισμού ή αιτήματος, συχνά σε νομικό πλαίσιο. Χρησιμοποιείται σε γραπτό και προφορικό λόγο, ενώ η συχνότητα χρήσης του είναι σημαντική, κυρίως σε νομικές διαδικασίες και συζητήσεις. Χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό λόγο, ιδίως σε επίσημες καταθέσεις και έγγραφα.

Δείγμα προτάσεων

  1. "El abogado va a alegar la inocencia de su cliente."
    "Ο δικηγόρος θα ισχυριστεί την αθωότητα του πελάτη του."

  2. "Ella decidió alegar que no estuvo en el lugar de los hechos."
    "Αυτή αποφάσισε να δηλώσει ότι δεν ήταν στον τόπο των γεγονότων."

  3. "Es importante alegar las pruebas de manera clara."
    "Είναι σημαντικό να καταθέσετε τα αποδεικτικά στοιχεία με σαφήνεια."

Ιδιωματικές εκφράσεις

Το "alegar" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις της ισπανικής γλώσσας.

  1. "Alegar razones."
    "Να υποβάλεις λόγους."
    (Χρησιμοποιείται όταν κάποιος δίνει εξηγήσεις ή δικαιολογίες.)

  2. "Alegar en un juicio."
    "Να ισχυριστείς σε μια δίκη."
    (Χρησιμοποιείται σε νομικό πλαίσιο όταν καταθέτει κάποιος στην αίθουσα του δικαστηρίου.)

  3. "Alegar una causa justificada."
    "Να δηλώσεις μια δικαιολογημένη αιτία."
    (Χρησιμοποιείται όταν κάποιος πρέπει να δικαιολογήσει μια ενέργειά του.)

  4. "Se alegó que hubo un error."
    "Επικαλέστηκαν ότι υπήρξε ένα λάθος."
    (Χρησιμοποιείται για να αναφέρει την υποβολή ενός ισχυρισμού σχετικά με κάποιο λάθος.)

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "alegar" προέρχεται από το λατινικό "allegare", που σημαίνει "να φέρω προς" ή "να αναφέρω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - declarar (δηλώνω) - manifestar (εκδηλώνω) - expresar (εκφράζω)

Αντώνυμα: - negar (αρνούμαι) - ocultar (κρύβω) - desmentir (διαψεύδω)



22-07-2024