Alegatos: Ουσιαστικό (Πληθυντικός)
Διεθνές φωνητικό αλφάβητο: /aleˈɣatos/
Η λέξη "alegatos" χρησιμοποιείται κυρίως στον νομικό τομέα και αναφέρεται σε έντυπα ή προφορικές επιχειρηματολογίες που υποβάλλονται σε ένα δικαστήριο ή σε έναν οργανισμό. Αυτές οι επιχειρηματολογίες αφορούν τα γεγονότα και τις νομικές βάσεις μιας υπόθεσης. Στη γλώσσα ισπανικά, η λέξη έχει συχνή χρήση σε νομικά κείμενα και διαδικασίες, αλλά και στον προφορικό λόγο όταν αναφέρονται υποθέσεις που εξετάζονται από δικαστήρια.
Οι ενστάσεις των δικηγόρων ήταν πολύ πειστικές.
El juez escuchó atentamente los alegatos de ambas partes.
Η λέξη "alegatos" συχνά σχετίζεται με νομικές διαδικασίες:
Υποβολή τελικών εισηγήσεων.
Αυτό γίνεται στο τέλος μιας δίκης για να συνοψίσουν τα κύρια σημεία κάθε πλευράς.
Alegatos en defensa.
Ενστάσεις υπεράσπισης.
Αναφέρεται στους ισχυρισμούς που προβάλλει η υπεράσπιση κατά τη διάρκεια μιας δίκης.
Alegatos de inculpación.
Ενστάσεις ενοχοποίησης.
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει τις επιχειρηματολογίες που προβάλλει η κατήγορία.
Los alegatos de cierre son cruciales en un juicio.
Η λέξη προέρχεται από το ρήμα "alegar", που σημαίνει «να ισχυριστείς» ή «να υποβάλεις μια αγωγή». Συνδέεται έτσι με την έννοια της νομικής επιχειρηματολογίας και της υποβολής απόψεων σε μια νομική διαδικασία.
Justificaciones (δικαιολογίες)
Αντώνυμα:
Αυτές οι πληροφορίες για τη λέξη "alegatos" παρέχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα του νόηματός της και της χρήσης της στη γλώσσα Ισπανικά.