alejar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

alejar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "alejar" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

/a.leˈxaɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης και χρήση

Η λέξη "alejar" σημαίνει να απομακρύνω ή να απομακρύνομαι από κάτι. Χρησιμοποιείται σε πολλές περιστάσεις, κυρίως σε καθημερινές, καταστάσεις και σε νομικά κείμενα όταν αναφερόμαστε στην απομάκρυνση από έναν τόπο ή κατάσταση. Η χρήση της είναι πιο συχνή στον προφορικό λόγο, ωστόσο συναντάται και στο γραπτό κείμενο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. "Es mejor alejar a los niños de la televisión demasiado tiempo."
  2. "Είναι καλύτερο να απομακρύνουμε τα παιδιά από την τηλεόραση για πολύ καιρό."

  3. "Necesitamos alejar los muebles del fuego."

  4. "Πρέπει να απομακρύνουμε τα έπιπλα από τη φωτιά."

  5. "El médico recomendó alejarse del estrés."

  6. "Ο γιατρός συνέστησε να απομακρυνόμαστε από το άγχος."

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "alejar" χρησιμοποιείται και σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις.

Παραδείγματα ιδιωματικών εκφράσεων

  1. "Alejar de los problemas."
  2. "Απομακρύνομαι από τα προβλήματα."

  3. "Alejar las malas energías."

  4. "Απομακρύνω τις κακές ενέργειες."

  5. "No hay que alejarse de la verdad."

  6. "Δεν πρέπει να απομακρυνόμαστε από την αλήθεια."

  7. "Alejarse de los errores del pasado."

  8. "Απομακρύνομαι από τα λάθη του παρελθόντος."

  9. "Es importante alejar las dudas antes de decidir."

  10. "Είναι σημαντικό να απομακρύνουμε τις αμφιβολίες πριν αποφασίσουμε."

Ετυμολογία

Η λέξη "alejar" προέρχεται από το λατινικό "alejǐra", που σημαίνει "απομακρύνω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα

Αντώνυμα

Η λέξη "alejar" χρησιμοποιείται συχνά στα Ισπανικά και είναι σημαντική σε πολλές διαφορετικές καθημερινές και νομικές καταστάσεις.



22-07-2024