alentador - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

alentador (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "alentador" είναι επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή του "alentador" με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι /alen.taˈðor/.

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "alentador" χρησιμοποιείται στη γλώσσα των Ισπανικών για να περιγράψει κάτι ή κάποιον που παρέχει ενθάρρυνση ή υποστήριξη. Η χρήση της είναι δημοφιλής σε διάφορα πλαίσια, τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο. Συχνά χρησιμοποιείται σε θέματα που αφορούν την ψυχολογία, την εκπαίδευση ή τον αθλητισμό.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. La charla fue muy alentadora para todos los estudiantes.
  2. Η ομιλία ήταν πολύ ενθαρρυντική για όλους τους μαθητές.

  3. Necesitamos un liderazgo alentador en este proyecto.

  4. Χρειαζόμαστε ηγεσία που να ενθαρρύνει σε αυτό το έργο.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Λιγότερο χρησιμοποιούμενη φράση που αγκαλιάζει τη λέξη "alentador" είναι "ser alentador", αλλά υπάρχουν ορισμένες εκφράσεις που εκφράζουν παρόμοια έννοια στην Ισπανική γλώσσα.

  1. Es un mensaje alentador para enfrentar los desafíos.
  2. Είναι ένα ενθαρρυντικό μήνυμα για να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις.

  3. Un comentario alentador puede cambiar la actitud de alguien.

  4. Ένα ενθαρρυντικό σχόλιο μπορεί να αλλάξει τη στάση κάποιου.

  5. A veces, una pequeña palabra alentadora puede hacer una gran diferencia.

  6. Μερικές φορές, μια μικρή ενθαρρυντική λέξη μπορεί να κάνει μεγάλη διαφορά.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "alentador" προέρχεται από το ρήμα "alentar", που σημαίνει "να ενθαρρύνεις" ή "να υποστηρίζεις". Το "alentar" έχει τις ρίζες του στη Λατινική λέξη "alentare", που σημαίνει "να δίνεις πνοή" ή "να επαναφέρεις στη ζωή".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - estimulante (ενθαρρυντικός) - motivador (κινητήριος)

Αντώνυμα: - desalentador (αποθαρρυντικός) - negativo (αρνητικός)



23-07-2024