Η λέξη "almoneda" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
Φωνητική μεταγραφή: [almoˈneda]
Η λέξη "almoneda" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως "δημόσια δημοπρασία" ή "δημοπρασία".
Η λέξη "almoneda" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά για να αναφερθεί σε μια εκδήλωση στην οποία διάφορα αντικείμενα (συνήθως περιουσιακά στοιχεία ή αγαθά) πωλούνται σε πλειστηριασμό, συνήθως με στόχο την αξιοποίηση περιουσίας που δεν μπορεί να πωληθεί με άλλους τρόπους. Η χρήση της είναι συχνή στους τομείς του δικαίου και της οικονομίας, όπου οι δημόσιες δημοπρασίες είναι μια συνήθης πρακτική.
Η λέξη χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με την αίσθηση ότι σχετίζεται κυρίως με νομικές και εμπορικές διαδικασίες.
La almoneda se llevará a cabo el próximo mes.
(Η δημόσια δημοπρασία θα διεξαχθεί τον επόμενο μήνα.)
Muchos objetos de valor se ofrecerán en la almoneda.
(Πολλά πολύτιμα αντικείμενα θα προσφερθούν στη δημόσια δημοπρασία.)
Η λέξη "almoneda" χρησιμοποιείται και σε κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις και φράσεις, όπως:
Ella se siente como si estuviera en la almoneda con todas estas deudas.
(Αυτή αισθάνεται ότι είναι σε επικίνδυνη θέση με όλα αυτά τα χρέη.)
"Hacer una almoneda"
Σημαίνει να πωλείς ή να αποχωρίζεσαι από κάποια αγαθά, συνήθως σε χαμηλή τιμή.
Η λέξη “almoneda” έχει τις ρίζες της από το αραβικό “al-munāḍa”, που σημαίνει "δημοπρασία" ή "ασχολία".
Συνώνυμα:
- Puja
- Pujanza (σε κάποιες περιστάσεις, όπου η δημοπρασία αφορά πολλές προσφορές)
Αντώνυμα: - Negociación (διαπραγμάτευση, η οποία δεν περιλαμβάνει πλειστηριασμό) - Venta fija (σταθερή πώληση)