Almorzar είναι ρήμα.
/almorˈθar/ (ισπανικά, με προφορά της Λατινικής Αμερικής)
/almorˈsar/ (ισπανικά, με προφορά της Ισπανίας)
Almorzar μεταφράζεται ως: - γεύμα - τρώω μεσημεριανό
Η λέξη almorzar αναφέρεται στη δράση του να τρώει κάποιος το μεσημεριανό γεύμα. Χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψει τη συνήθεια του γεύματος που καταναλώνεται γύρω στη μέση της ημέρας, συνήθως μεταξύ 1 και 3 το απόγευμα.
Το almorzar χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και στην καθημερινή ομιλία μπορεί να είναι πιο συνηθισμένο. Οι άνθρωποι συχνά αναφέρονται σε αυτό σε κοινωνικές περιστάσεις ή συζητήσεις σχετικά με τροφές και διατροφή.
Voy a almorzar con mis amigos esta tarde.
(Θα φάω μεσημεριανό με τους φίλους μου το απόγευμα.)
Ella siempre almuerza a la misma hora.
(Αυτή πάντα τρώει μεσημεριανό την ίδια ώρα.)
Η λέξη almorzar δεν είναι συχνά μέρος ιδιωματικών εκφράσεων, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διαφορετικά συμφραζόμενα. Ακολουθούν 2-3 παραδείγματα:
Αναφέρεται στο να φας ένα πιο πλούσιο, νόστιμο ή εντυπωσιακό γεύμα.
No puedo almorzar si no tengo café.
(Δεν μπορώ να φάω μεσημεριανό αν δεν έχω καφέ.)
Η λέξη almorzar προέρχεται από το αραβικό "الْمَغْرِب" (al-maghrib), που σημαίνει "δύναμη" ή "γεύμα". Έχει εξελιχθεί μέσα από την ιστορία των ισπανικών γλωσσών και της κουλτούρας της διατροφής.
Συνώνυμα: - Comer (τρώω) - Desayunar (τρώω πρωινό) - αν και τεχνικά διαφορετικό, γίνεται αντιληπτό στη διαδικασία των γευμάτων.
Αντώνυμα: - Cenar (να τρώω δείπνο) - Saltar (να παραλείψω φαγητό)
Η λέξη almorzar φέρει μια σημασία που περιλαμβάνει όχι μόνο τη φυσική πράξη του να τρώει κάποιος, αλλά και το κοινωνικό στοιχείο της κοινής κατανάλωσης γεύματος.