Η λέξη "alojamiento" αναφέρεται στην πράξη της παροχής ή κατάληψης ενός χώρου για την προσωρινή διαμονή ατόμων. Χρησιμοποιείται συχνά σε πλαίσια που σχετίζονται με τουρισμό, καταλύματα και φιλοξενία. Είναι μια λέξη που χρησιμοποιείται αρκετά συχνά, κυρίως σε γραπτό πλαίσιο, αλλά και στον προφορικό λόγο, ιδιαίτερα σε συζητήσεις για ταξίδια και διαμονή.
El alojamiento en la playa es muy popular durante el verano.
(Η διαμονή στην παραλία είναι πολύ δημοφιλής το καλοκαίρι.)
Buscamos un alojamiento asequible en el centro de la ciudad.
(Ψάχνουμε ένα οικονομικό κατάλυμα στο κέντρο της πόλης.)
El alojamiento incluye desayuno y acceso a internet.
(Η φιλοξενία περιλαμβάνει πρωινό και πρόσβαση στο διαδίκτυο.)
Η λέξη "alojamiento" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα:
Encontrar alojamiento a última hora puede ser complicado.
(Η εύρεση καταλύματος την τελευταία στιγμή μπορεί να είναι δύσκολη.)
Es importante reservar el alojamiento con antelación.
(Είναι σημαντικό να κάνετε κράτηση για το κατάλυμα εκ των προτέρων.)
Mi alojamiento preferido siempre tiene buenas críticas.
(Το αγαπημένο μου κατάλυμα έχει πάντα καλές κριτικές.)
El alojamiento debe cumplir con todas las regulaciones de seguridad.
(Το κατάλυμα πρέπει να πληροί όλες τις ρυθμίσεις ασφαλείας.)
Η λέξη "alojamiento" προέρχεται από το ρήμα "alojar", που σημαίνει "να φιλοξενήσει" ή "να παρέχει κατάλυμα". Το "-miento" είναι μια κατάληξη που χρησιμοποιείται για να δημιουργήσει ουσιαστικά που δηλώνουν την πράξη ή την κατάσταση ενός ρήματος.
hospedaje temporal (προσωρινή διαμονή)
Αντώνυμα: