Alopecia είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
/aloˈpeθja/ (ισπανικά) ή /aloˈpɛsɪə/ (παρομοίως αγγλικά)
Η λέξη "alopecia" αναφέρεται στην κατάσταση απώλειας μαλλιών. Σε ιατρικά συμφραζόμενα, σχετίζεται με διάφορους τύπους αλωπεκίας, όπως η αλωπεκία Areata, η οποία προκαλεί τριχόπτωση σε συγκεκριμένες περιοχές, ή η γενετική αλωπεκία. Η λέξη χρησιμοποιείται συχνά σε ιατρικά και επιστημονικά κείμενα, αλλά και σε προφορικό λόγο στις σχετικές συζητήσεις.
(Η αλωπεκία είναι ένα πρόβλημα που επηρεάζει πολλές ανθρώπους.)
Existen diferentes tratamientos para la alopecia.
(Υπάρχουν διάφορες θεραπείες για την αλωπεκία.)
La alopecia puede ser causada por el estrés.
Η λέξη "alopecia" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να ενσωματωθεί σε συγκεκριμένα συμφραζόμενα που σχετίζονται με την απώλεια μαλλιών ή την υγεία.
(Πολεμάμε την αλωπεκία με φυσικές θεραπείες.)
La alopecia no debe ser un estigma social.
(Η αλωπεκία δεν θα πρέπει να είναι κοινωνικό στίγμα.)
Consultar a un especialista es importante si se sufre de alopecia.
Η λέξη "alopecia" προέρχεται από το ελληνικό "ἀλωπεκία" (alōpekía), που σημαίνει "απώλεια τριχών", και σχετίζεται με την αλεπού, λόγω της απώλειας μαλλιών σε αυτήν την κατάσταση.
Caída del cabello (πτώση των μαλλιών)
Αντώνυμα: