alumbramiento - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

alumbramiento (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "alumbramiento" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή του "alumbramiento" σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: /alu̯m.bɾaˈmjen.to/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση της λέξης

Η λέξη "alumbramiento" αναφέρεται κυρίως σε δύο έννοιες: 1. Στον φωτισμό ή την πράξη του να γίνεται κάτι πιο φωτεινό. 2. Σε ιατρικούς ή ψυχολογικούς όρους, μπορεί να αναφέρεται στη διαδικασία της γέννησης ή της αποκάλυψης μιας νέας γνώσης ή συνειδητοποίησης.

Στην ισπανική γλώσσα, η χρήση της λέξης "alumbramiento" είναι λιγότερο κοινή στον προφορικό λόγο και συχνά εμφανίζεται σε γραπτά κείμενα, ιδίως σε ιατρικά ή φιλοσοφικά συμφραζόμενα.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. El alumbramiento de un nuevo conocimiento puede transformar la vida de las personas.
    (Ο φωτισμός μιας νέας γνώσης μπορεί να μεταμορφώσει τη ζωή των ανθρώπων.)

  2. Durante el alumbramiento, se pueden sentir muchas emociones intensas.
    (Κατά τη διάρκεια του τοκετού, μπορεί κανείς να νιώσει πολλές έντονες συναισθηματικές καταστάσεις.)

  3. El alumbramiento de la nueva idea inspiró a todos los presentes.
    (Ο φωτισμός της νέας ιδέας ενέπνευσε όλους τους παριστάμενους.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "alumbramiento" δεν είναι ιδιαίτερα συχνή σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά χρησιμοποιείται σε ορισμένες εκφράσεις που σχετίζονται με την έννοια του φωτισμού ή της γνώσης. Ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις μπορεί να περιλαμβάνουν:

  1. "Tener un alumbramiento" - να έχεις μια ξαφνική έμπνευση.
    (Έχεις μια ξαφνική ιδέα ή δόνηση.)

  2. "Alumbramiento de ideas" - φωτισμός ιδεών.
    (Η διαδικασία κατά την οποία προκύπτουν πολλές νέες ιδέες.)

  3. "Alumbrar el camino" - να φωτίσεις το δρόμο.
    (Να διευκολύνεις ή να διευκρινίσεις μια κατάσταση ή μια απόφαση.)

Ετυμολογία

Η λέξη "alumbramiento" προέρχεται από το ρήμα "alumbrar", που σημαίνει "να φωτίσω" ή "να φέρω φως". Η ρίζα του είναι λατινικής προέλευσης (illuminare), που επίσης σχετίζεται με το φως.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - iluminación (φωτισμός) - esclarecimiento (διαφώτιση) - clarificación (διασαφήνιση)

Αντώνυμα: - oscuridad (σκοτάδι) - confusión (μπέρδεμα) - ignorancia (άγνοια)



23-07-2024