Το "amago" είναι ουσιαστικό.
[ˈamaɣo]
Η λέξη "amago" στα Ισπανικά αναφέρεται σε μια ενέργεια ή μια χειρονομία που υποδεικνύει πρόθεση ή σχέδιο, συχνά χωρίς να έχει γίνει ουσιαστική ή πλήρης εκτέλεση αυτής της πρόθεσης. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια κατάσταση που είναι μόνο η αρχή ή η ένδειξη κάποιου πράγματος. Συνήθως έχει θετική σημασία και υποδηλώνει ότι κάτι καλό μπορεί να έρθει στο μέλλον.
Η χρήση του "amago" είναι συχνή κυρίως στον προφορικό λόγο, αλλά μπορεί να βρεθεί και στο γραπτό κείμενο. Είναι πιο συνηθισμένο σε καθημερινές ή ανάλαφρες συζητήσεις.
(Θα κάνω μια δοκιμή ότι θα βγω, αλλά στην πραγματικότητα θα μείνω.)
Su amago de disculpa fue insuficiente para convencerme.
(Η δοκιμή της συγνώμης του δεν ήταν αρκετή για να με πείσει.)
Ella hizo un amago de reír, pero se contuvo.
Ejemplo: La discusión terminó siendo solo un amago de pelea.
Amago de felicidad
Ejemplo: Su sonrisa fue un amago de felicidad en un día difícil.
Hacer un amago
Η λέξη "amago" προέρχεται από το ρήμα "amagar", το οποίο σημαίνει "να προκαλώ" ή "να υποδεικνύω". Συνδέεται με την έννοια της «ευκαιρίας» ή της «ένδειξης» για κάτι.
ένδειξη
Αντώνυμα: