Η λέξη "amante" είναι ουσιαστικό και χρησιμοποιείται για να αναφέρεται σε έναν εραστή ή μία ερωμένη.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "amante" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου είναι: /aˈmante/.
Η λέξη "amante" αναφέρεται σε κάποιον που αγαπά ή έχει μια ρομαντική ή ερωτική σχέση με κάποιον άλλο. Στη γλώσσα Ισπανικά, χρησιμοποιείται συχνά σε γραπτούς και προφορικούς λόγους, και μπορεί να αναφέρεται σε παράνομες σχέσεις ή σε σχέσεις με συναισθηματική διάσταση. Η συχνότητα χρήσης είναι αρκετά υψηλή, ειδικά σε θέματα που σχετίζονται με έρωτα και σχέσεις.
Αυτή είναι η ερωμένη μου.
Tienen una relación como amantes desde hace años.
Έχουν μια σχέση ως εραστές εδώ και χρόνια.
Su amante le escribió una carta de amor.
Η λέξη "amante" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα. Ακολουθούν μερικές:
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που αγαπά την τέχνη.
Ser un amante de la música
Χρησιμοποιείται για να αναφέρεται σε κάποιον που εκτιμά τη μουσική.
Amantes de lo prohibido
Περιγράφει συχνά σχέσεις που δεν είναι αποδεκτές από την κοινωνία.
Amante de la libertad
Η λέξη "amante" προέρχεται από το ρήμα "amar", που σημαίνει "να αγαπά". Στο λατινικό, η αντίστοιχη λέξη είναι "amans", που σημαίνει "αυτός που αγαπά".
Συνώνυμα: - Querido/a (αγαπημένος/αγαπημένη) - Novio/a (αγόρι/κορίτσι ή φίλος/φίλη)
Αντώνυμα: - Enemigo/a (εχθρός/εχθρός) - Indiferente (αδιάφορος/αδιάφορη)
Αυτές οι πληροφορίες καλύπτουν την έννοια και τη χρήση της λέξης "amante" στην ισπανική γλώσσα.