Η λέξη "amarilla" είναι επίθετο.
/amaˈri.ʎa/
Η λέξη "amarilla" αναφέρεται στο χρώμα του κίτρινου. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει αντικείμενα, φρούτα, λουλούδια ή οτιδήποτε άλλο μπορεί να έχει αυτή την απόχρωση. Αυτή η λέξη χρησιμοποιείται περισσότερο στον προφορικό λόγο, αλλά είναι επίσης κοινή και σε γραπτό κείμενο.
La flor amarilla es hermosa.
(Το κίτρινο λουλούδι είναι πανέμορφο.)
Me gusta el coche amarillo.
(Μου αρέσει το κίτρινο αυτοκίνητο.)
Αν και "amarilla" δεν είναι συχνά μέρος καθαρά ιδιωματικών εκφράσεων, υπάρχει μία αναγνωρίσιμη φράση που μπορεί να σχετίζεται με αυτήν.
Estar en el lado amarillo.
(Να είσαι στη κίτρινη πλευρά.) – Χρησιμοποιείται όταν αναφερόμαστε σε μία κατάσταση που είναι ασαφής ή επικίνδυνη.
Dame un poco de esa luz amarilla.
(Δώσε μου λίγη από αυτή τη κίτρινη φως.) – Αναφέρεται στην ανάγκη για κάτι που προσφέρει ελπίδα ή θετική ενέργεια.
Η λέξη "amarilla" προέρχεται από το ισπανικό "amarillo", που σημαίνει κίτρινο. Αυτό με τη σειρά του προέρχεται από τη λατινική λέξη "amariculus", που είναι diminutive της λέξης "amarus", που σημαίνει πικρός.
"dorado" (χρυσός, ως απόχρωση)
Αντώνυμα:
Αυτή είναι η πληροφορία σχετικά με τη λέξη "amarilla".