ambiental - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

ambiental (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "ambiental" είναι επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

/am.bjenˈtal/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "ambiental" σχετίζεται με το περιβάλλον. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει οτιδήποτε συνδέεται με τη φύση, τους οικοσυστήματος και τις αλληλεπιδράσεις ανθρώπου και περιβάλλοντος. Η χρήση της είναι συχνή και στους προφορικούς και στους γραπτούς λόγους, ιδιαίτερα σε επιστημονικά, πολιτικά και κοινωνικά κείμενα.

Παραδείγματα Προτάσεων

  1. Las políticas ambientales son esenciales para proteger la naturaleza.
  2. Οι περιβαλλοντικές πολιτικές είναι απαραίτητες για την προστασία της φύσης.

  3. La educación ambiental es crucial en nuestra sociedad actual.

  4. Η περιβαλλοντική εκπαίδευση είναι κρίσιμη στην σύγχρονη κοινωνία μας.

  5. La investigación ambiental ayuda a entender mejor el cambio climático.

  6. Η περιβαλλοντική έρευνα βοηθά να κατανοήσουμε καλύτερα την κλιματική αλλαγή.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "ambiental" εμφανίζεται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με θέματα του περιβάλλοντος.

  1. Responsabilidad ambiental
  2. Las empresas deben asumir su responsabilidad ambiental para reducir el impacto.
  3. Οι εταιρείες πρέπει να αναλάβουν την περιβαλλοντική τους ευθύνη για να μειώσουν τον αντίκτυπο.

  4. Crisis ambiental

  5. La crisis ambiental requiere soluciones inmediatas de todos nosotros.
  6. Η περιβαλλοντική κρίση απαιτεί άμεσες λύσεις από όλους μας.

  7. Conciencia ambiental

  8. La conciencia ambiental ha aumentado en los últimos años.
  9. Η περιβαλλοντική συνείδηση έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια.

  10. Activismo ambiental

  11. El activismo ambiental es fundamental para luchar contra la contaminación.
  12. Ο περιβαλλοντικός ακτιβισμός είναι θεμελιώδης για την καταπολέμηση της ρύπανσης.

  13. Legislación ambiental

  14. La nueva legislación ambiental busca proteger los recursos naturales.
  15. Η νέα περιβαλλοντική νομοθεσία στοχεύει στην προστασία των φυσικών πόρων.

Ετυμολογία

Η λέξη "ambiental" προέρχεται από το ισπανικό "ambiente", που σημαίνει "περιβάλλον", συν το επίθετο -al, που συχνά χρησιμοποιείται για να σχηματίσει επίθετα που σχετίζονται με ένα ουσιαστικό.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - ecológico (οικολογικός) - medioambiental (περιβαλλοντικός)

Αντώνυμα: - urbanístico (αστικός, αναφερόμενος σε πόλεις και αστικές περιοχές)



22-07-2024