Η λέξη "americano" είναι ουσιαστικό και επίθετο.
Φωνητική μεταγραφή: /ameˈɾikano/
Η λέξη "americano" χρησιμοποιείται για να δηλώσει κάτι ή κάποιον που προέρχεται από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Συνήθως χρησιμοποιείται στο πλαίσιο της εθνικότητας ή της κουλτούρας. Η συχνότητα χρήσης της είναι υψηλή, κυρίως στον προφορικό λόγο, αλλά και σε γραπτές μορφές.
Παραδειγματικές Προτάσεις:
1. El americano que conocí ayer es muy amable.
(Ο Αμερικανός που γνώρισα χθες είναι πολύ ευγενικός.)
Me encanta la comida americana, especialmente las hamburguesas.
(Μου αρέσει η αμερικανική κουζίνα, ειδικά τα χάμπουργκερ.)
Los americanos celebran el Día de la Independencia el 4 de julio.
(Οι Αμερικανοί γιορτάζουν την Ημέρα της Ανεξαρτησίας στις 4 Ιουλίου.)
Η λέξη "americano" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με την αμερικανική κουλτούρα, μουσική και κοινωνικό περίγυρο.
Vivir el sueño americano es el objetivo de muchos inmigrantes.
(Να ζήσεις το αμερικανικό όνειρο είναι ο στόχος πολλών μεταναστών.)
La cultura americana ha influenciado a muchos países en todo el mundo.
(Η αμερικανική κουλτούρα έχει επηρεάσει πολλές χώρες σε όλο τον κόσμο.)
Cada año, millones de turistas visitan América para conocer su diversidad.
(Κάθε χρόνο, εκατομμύρια τουρίστες επισκέπτονται την Αμερική για να γνωρίσουν την ποικιλία της.)
Las películas americanas son famosas por sus grandes producciones.
(Οι αμερικανικές ταινίες είναι διάσημες για τις μεγάλες παραγωγές τους.)
El estilo de vida americano se caracteriza por la rapidez y la eficiencia.
(Ο τρόπος ζωής των Αμερικανών χαρακτηρίζεται από την ταχύτητα και την αποδοτικότητα.)
Η λέξη "americano" προέρχεται από το όνομα Αμερική, το οποίο σχετίζεται με τον εξερευνητή Αμερικό Βεσπούτσι. Οι ρίζες της λέξης είναι λατινικές και υποδηλώνουν την προέλευση από την "Αμερική".
Συνώνυμα: - Estadounidense (Ηνωμένος Πολιτείας) - Norteamericano (Βόρειος Αμερικανός)
Αντώνυμα: - Extranjero (ξένος)