Το "amordazar" είναι ρήμα.
Η φωνητική του μεταγραφή σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: /a.mor.ðaˈθaɾ/
Η λέξη "amordazar" μπορεί να μεταφραστεί ως: - να αφοπλίσει - να εξουδετερώσει
Η λέξη "amordazar" προέρχεται από τη σύνθεση του "amor" (αγάπη) και "dazar" (να αποδυναμώσει). Χρησιμοποιείται για να περιγράψει την πράξη να βάλει ένα άτομο σε μια κατάσταση μειωμένης αντίστασης ή αντίθεσης, συνήθως με μια συναισθηματική ή ερωτική έννοια.
Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι σχετικά σπάνια και τείνει να χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό λόγο ή σε λογοτεχνικά κείμενα παρά στον καθημερινό προφορικό λόγο.
Amordazó a su oponente con sus palabras suaves.
(Αφοπλίσε τον αντίπαλό του με τα ήπια λόγια του.)
Ella sabía cómo amordazar cualquier crítica con su encanto.
(Ήξερε πώς να εξουδετερώνει οποιαδήποτε κριτική με τη γοητεία της.)
El amor puede amordazar incluso las almas más rebeldes.
(Η αγάπη μπορεί να αφοπλίσει ακόμη και τις πιο ανυπότακτες ψυχές.)
Η λέξη "amordazar" δεν έχει πολλές γνωστές ιδιωματικές εκφράσεις αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διαφορετικά συμφραζόμενα.
Αυτό σημαίνει να αποδυναμώσει ή να υπερνικήσει το μίσος ενός ατόμου.
Amordazado por el amor.
(Αφοπλισμένος από την αγάπη.)
Αναφέρεται σε ένα άτομο που έχει κατακτηθεί συναισθηματικά από την αγάπη.
La dulzura puede amordazar la ira.
(Η γλυκύτητα μπορεί να αφοπλίσει την οργή.)
Το "amordazar" προέρχεται από την ισπανική λέξη "amor" (αγάπη) και τη λέξη "dazar", που σχετίζεται με το να καταφύγουμε στη σιωπή ή να μειώσουμε κάτι. Παρόλο που η λέξη "dazar" δεν είναι ευρέως χρησιμοποιούμενη, η σύνθεση της λέξης φέρει την έννοια της υποταγής ή του αφοπλισμού μέσω της αγάπης.
Συνώνυμα: - Desarmar (να αφοπλίσει) - Suavizar (να μαλακώσει)
Αντώνυμα: - Agudizar (να οξύνει) - Fortalecer (να ενισχύσει)