Η λέξη "amplitud" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
/a.mpliˈtud/
Η λέξη "amplitud" στη γλώσσα Ισπανικά αναφέρεται στο πλάτος ή το εύρος σε διάφορους τομείς, όπως στη φυσική, όπου χρησιμοποιείται για να περιγράψει το ύψος μιας ταλάντωσης ή τη διακύμανση ενός σήματος. Η συχνότητα χρήσης της είναι μέτρια, και χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτά και επιστημονικά κείμενα παρά στην καθημερινή ομιλία.
"Το πλάτος του κύματος είναι θεμελιώδες για να κατανοήσουμε την ενέργειά του."
"En estadística, la amplitud de un intervalo es clave para el análisis."
"Στη στατιστική, το πλάτος ενός διαστήματος είναι κλειδί για την ανάλυση."
"La amplitud de las fluctuaciones económicas puede predecir una recesión."
Η λέξη "amplitud" χρησιμοποιείται συχνά σε επιστημονικά και τεχνικά συμφραζόμενα, αλλά δεν έχει πολλές ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, υπάρχουν κάποιες εκφράσεις που σχετίζονται με αυτήν.
"Να αυξήσουμε το εύρος των δυνατοτήτων."
"La amplitud de la discusión fue impresionante."
"Το πλάτος της συζήτησης ήταν εντυπωσιακό."
"Es necesario considerar la amplitud de los datos recopilados."
Η λέξη "amplitud" προέρχεται από το λατινικό "amplitudo", το οποίο σημαίνει πλάτος ή ευρύτητα.
largura (μήκος)
Αντώνυμα: