Amura: ουσιαστικό
Φωνητική Μεταγραφή: [aˈmuɾa]
Η λέξη amura αναφέρεται στο μέρος του σκάφους που βρίσκεται στην πλευρά του καραβιού, ειδικότερα συνδέεται με την περιοχή του πλοίου όπου οι άκρες των ιστιών εναλλάσσονται. Χρησιμοποιείται κυρίως στο ναυτικό λεξιλόγιο και έχει μια περιορισμένη χρήση σε άλλους τομείς. Συνήθως, η χρήση της είναι πιο συχνή στο γραπτό πλαίσιο, όπως σε ναυτικές οδηγίες ή σε τεχνικά εγχειρίδια.
Η άρμενα της πλεύσης είναι πιο αποτελεσματική με άνεμο από πίσω.
El marinero ajustó la amura para cambiar de dirección.
Ο ναυτικός ρύθμισε την άρμενα για να αλλάξει κατεύθυνση.
Durante la navegación, es importante mantener la amura bien tensada.
Η λέξη amura χρησιμοποιείται λιγότερο σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να εμφανιστεί σε φράσεις που σχετίζονται με τη ναυτιλία.
(Βγάζω την άρμενα) - Αναφέρεται στη διαδικασία προετοιμασίας του σκάφους για να φύγει από το λιμάνι.
Amura de babor
(Άρμενα της αριστερής πλευράς) - Χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει τη κατεύθυνση ή τη κίνηση του σκάφους.
Cargar la amura
Η λέξη προέρχεται από την Ισπανική θαλάσσια παράδοση, αναγνωρίζοντας την ανάγκη για ακριβή περιγραφές των μερών του σκάφους.
Συνώνυμα: - Bordo (για πλευρά του σκάφους)
Αντώνυμα: - Prua (πρύμνη - το μπροστινό μέρος του σκάφους)
Αυτή είναι μια περιεκτική ανάλυση της λέξης amura στο ναυτικό πλαίσιο της Ισπανικής γλώσσας.