Το "analizador" είναι ουσιαστικό (Sustantivo).
Η φωνητική μεταγραφή στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι /ana.li.θaˈðoɾ/.
Η λέξη "analizador" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως: - Αναλυτής - Αναλυτής δεδομένων
Η λέξη "analizador" χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα άτομο ή μια συσκευή που αναλύει δεδομένα ή πληροφορίες. Στον τομέα της επιστήμης, της οικονομίας και της τεχνολογίας, αναφέρεται συχνά σε εργαλεία που αναλύουν δεδομένα ή συστήματα. Η χρήση αυτής της λέξης είναι συχνή στο γραπτό πλαίσιο, ειδικά σε επιστημονικά και τεχνικά κείμενα.
El analizador de datos mostró resultados sorprendentes.
(Ο αναλυτής δεδομένων παρουσίασε εκπληκτικά αποτελέσματα.)
El analizador de espectros identifica las diferentes frecuencias.
(Ο αναλυτής φάσματος αναγνωρίζει τις διαφορετικές συχνότητες.)
Στα Ισπανικά, η λέξη "analizador" δεν είναι συνήθως μέρος ιδιωματικών εκφράσεων, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες καταστάσεις για να περιγράψει αναλυτικές διαδικασίες ή εργαλεία.
Usar un analizador de sentimientos puede mejorar la estrategia de marketing.
(Η χρήση ενός αναλυτή συναισθημάτων μπορεί να βελτιώσει τη στρατηγική μάρκετινγκ.)
El analizador de texto ayuda a entender mejor los patrones de escritura.
(Ο αναλυτής κειμένου βοηθά στην καλύτερη κατανόηση των προτύπων γραφής.)
El nuevo analizador de calidad garantiza estándares más altos en la producción.
(Ο νέος αναλυτής ποιότητας εξασφαλίζει υψηλότερες προδιαγραφές στην παραγωγή.)
Η λέξη "analizador" προέρχεται από το ρήμα "analizar," το οποίο προέρχεται από τα ελληνικά "analusis" (αναλύση) και το λατινικό "analis" (αναλυτικός).
Συνώνυμα: - Evaluador (αξιολογητής) - Examinador (εξεταστής)
Αντώνυμα: - Sintetizador (συνθετιστής) - Ignorante (άσχετος)
Η λέξη "analizador" χρησιμοποιείται ευρέως σε τεχνολογικούς και επιστημονικούς τομείς, και συχνά συνδέεται με την ανάλυση δεδομένων και την αξιολόγηση.