anca - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

anca (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "anca" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

/ˈaŋ.ka/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "anca" στα Ισπανικά αναφέρεται κυρίως στην περιοχή των γλουτών ή είναι ένας όρος που χρησιμοποιείται για να δηλώσει τη γλουτιαία περιοχή του σώματος. Χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αλλά πιθανότατα είναι πιο συχνά στη προφορική γλώσσα, ειδικά σε ανησυχίες που σχετίζονται με τη φυσική κατάσταση ή τη μόδα.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. La anca es una parte importante del cuerpo para los bailarines.
  2. Ο γλουτός είναι ένα σημαντικό μέρος του σώματος για τους χορευτές.

  3. Me dolió la anca después de correr.

  4. Με πόνεσε ο γλουτός μετά το τρέξιμο.

  5. Ella tiene una lesión en la anca.

  6. Αυτή έχει έναν τραυματισμό στον γλουτό.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "anca" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε αρκετές καθιερωμένες ιδιωματικές εκφράσεις όπως άλλα ουσιαστικά, ωστόσο υπάρχουν κάποιες εκφράσεις που σχετίζονται με τον γλουτό ή την κίνηση:

  1. Sacar la anca
  2. Εκφράζει την έννοια ότι κάποιος δείχνει ή επιδεικνύει κάτι διακριτικά.
  3. Π.χ.: Ella siempre saca la anca cuando está con sus amigos. (Αυτή πάντα επιδεικνύει τον εαυτό της όταν είναι με τους φίλους της.)

  4. Echarse la anca

  5. Σημαίνει να χαλαρώνεις ή να παίρνεις χρόνο για τον εαυτό σου.
  6. Π.χ.: Después de una larga semana, me echo la anca en el sofá. (Μετά από μια μακριά εβδομάδα, χαλαρώνω στον καναπέ.)

Ετυμολογία

Η λέξη "anca" προέρχεται από τα λατινικά "anca", που επίσης σημαίνει γλουτός ή φάρος.

Συνώνυμα και Αντώνυμα



23-07-2024